Ζουν στο βυθό της θάλασσας, κρυμμένα στην άμμο ή στις σχισμές των βράχων, στα ρηχά παράκτια ύδατα μέχρι σε βάθη που ξεκινούν στα 4.000 μέτρα και μπορεί για κάποια είδη να φτάσουν ακόμα και τα 10.000 μέτρα. Καταναλώνουν ζωικές και φυτικές ουσίες που εντοπίζουν στον πυθμένα των ωκεανών και για αυτό φέρουν το προσωνύμιο «καθαριστές του βυθού», όμως, ο ρόλος των ολοθούριων ή κοινώς «αγγούρια της θάλασσας» είναι πολύ πιο σημαντικός.
Όπως προκύπτει από μελέτη που διεξήχθη από το Πανεπιστήμιο του Μισισιπή (UM) σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Τζόρτζταουν, μία ένωση σακχάρου που ανιχνεύεται στα θαλάσσια αυτά πλάσματα μπορεί να εμποδίζει ένα ένζυμο που συνδέεται με την ανάπτυξη του καρκίνου, χωρίς τις παρενέργειες των τρεχουσών θεραπειών.
Αναλυτικότερα, οι ερευνητές εντόπισαν μια φυσική ένωση που στοχεύει το Sulf-2, ένα ένζυμο που είναι γνωστό ότι προάγει την ανάπτυξη και την εξάπλωση του καρκίνου.
Όπως αναφέρει η έκθεση που δημοσιεύθηκε στο Glycobiology, τα ανθρώπινα κύτταρα και των περισσότερων θηλαστικών, καλύπτονται από μικροσκοπικές, τριχοειδείς δομές που ονομάζονται γλυκάνες και βοηθούν στην κυτταρική επικοινωνία, στις ανοσολογικές αποκρίσεις και στην αναγνώριση απειλών όπως τα παθογόνα. Τα καρκινικά κύτταρα μεταβάλλουν την έκφραση ορισμένων ενζύμων, ανάμεσα σε αυτό το Sulf-2, το οποίο με τη σειρά του τροποποιεί τη δομή των γλυκανών. Αυτή η τροποποίηση ευνοεί την εξάπλωση του καρκίνου.
Με εργαστηριακές δοκιμές και υπολογιστικά μοντέλα, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι το σάκχαρο – φουκοζυλιωμένη θειική χονδροϊτίνη – του θαλάσσιου είδους Holothuria floridana όχι μόνο μπορεί να αναστείλει το ένζυμο, αλλά σε αντίθεση με τα συμβατικά σκευάσματα που χορηγούνται, δεν οδηγεί σε προβλήματα πήξης του αίματος.
«Όπως μπορείτε να φανταστείτε, εάν θεραπεύετε έναν ασθενή με ένα μόριο που αναστέλλει την πήξη του αίματος, τότε μια από τις ανεπιθύμητες ενέργειες που μπορεί να είναι αρκετά καταστροφικές είναι η ανεξέλεγκτη αιμορραγία», εξήγησε ο Τζόσουα Σαρπ, αναπληρωτής καθηγητής φαρμακολογίας του UM και χαρακτήρισε «ελπιδοφόρο» το γεγονός ότι η ένωση του ολοθούριου δεν έχει ανάλογες επιπτώσεις.
Αν οι επιστήμονες καταφέρουν να συνθέσουν την ένωση στο εργαστήριο, θα μπορούσε να αποτελέσει ένα βιώσιμο, εύκολο και ασφαλή τρόπο για την ανάπτυξη φαρμάκων.
«Μερικά από αυτά τα φάρμακα τα χρησιμοποιούμε εδώ και 100 χρόνια, αλλά εξακολουθούμε να τα απομονώνουμε από χοίρους επειδή η χημική τους σύνθεση θα ήταν πολύ, πολύ δύσκολη και πολύ ακριβή», πρόσθεσε ο Σαρπ και συμπλήρωσε ότι για αυτό το λόγο μια φυσική πηγή προτιμάται για να αναπτυχθούν φάρμακα με βάση τους υδατάνθρακες.
Όπως τόνισε ο ειδικός, με την εξαγωγή της ένωσης από τα «θαλάσσια αγγούρια» αποτρέπεται η μεταφορά ιών και άλλων επιβλαβών παραγόντων.
«Είναι ένας πιο ωφέλιμος και καθαρότερος πόρος. Το θαλάσσιο περιβάλλον έχει πολλά πλεονεκτήματα σε σύγκριση με πιο παραδοσιακές πηγές», συμπλήρωσε.
«Η θαλάσσια ζωή παράγει ενώσεις με μοναδικές δομές που συχνά είναι σπάνιες ή δεν απαντώνται στα χερσαία σπονδυλωτά. Έτσι, οι ενώσεις σακχάρου στα αγγούρια της θάλασσας είναι μοναδικές. Δεν παρατηρούνται συνήθως σε άλλους οργανισμούς. Γι’ αυτό αξίζει να μελετηθούν», δήλωσε η Μαρουά Φαράγκ, υποψήφια διδάκτορας στο Τμήμα Βιομοριακών Επιστημών του UM κι επικεφαλής της μελέτης.
Βέβαια, τη στιγμή που ήδη το θαλάσσιο ον αποτελεί λιχουδιά για λαούς της Ασίας, καθώς και βάση για σκευάσματα της κινεζικής ιατρικής, οι πόροι δεν είναι απεριόριστοι. Επομένως, η λήψη τους σε μεγάλες ποσότητες για φαρμακευτική χρήση θα ήταν δύσκολη και επιβλαβής για το οικοσύστημα. Για αυτό το λόγο, χρειάζεται η ανάπτυξη της ένωσης στο εργαστήριο και στη συνέχεια η πειραματική εφαρμογή της πριν δοκιμαστεί στον άνθρωπο.