Η ελβετική οικονομία δέχεται πιέσεις από την παγκόσμια αβεβαιότητα, τους υψηλούς αμερικανικούς δασμούς και τις επενδυτικές ροές προς το ελβετικό φράγκο σε αναζήτηση ασφαλούς καταφυγίου, σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Στην ετήσια έκθεση του διεθνούς οργανισμού για την Ελβετία, που δημοσιεύτηκε την Τρίτη, το ΔΝΤ προειδοποιεί ότι η οικονομική ανάπτυξη προβλέπεται να συγκλίνει σταδιακά προς το δυναμικό της έως το 2028.
Στο πλαίσιο αυτό, η απόφαση της Κεντρικής Τράπεζας της Ελβετίας να μειώσει το βασικό επιτόκιο στο μηδέν κρίθηκε δικαιολογημένη, δεδομένου του χαμηλού πληθωρισμού και της αποδυνάμωσης της αγοράς εργασίας.
Στις νέες προβλέψεις του, το Ταμείο εκτιμά ότι η οικονομία της Ελβετίας —αφαιρουμένων των επιδράσεων μεγάλων αθλητικών διοργανώσεων— θα αναπτυχθεί κατά 1% το 2026 και 1,2% φέτος.
Πρόκειται για καθοδική αναθεώρηση σε σχέση με την προηγούμενη εκτίμηση του οργανισμού (1,2% και 1,3% αντίστοιχα), η οποία είχε γίνει πριν την επιβολή δασμού 39% από τον Πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ.
Πάντως, μέχρι το 2030, η ανάπτυξη αναμένεται να επιταχυνθεί στο 1,5%.
«Η Ελβετία παραμένει ιδιαίτερα ανθεκτική, υποστηριζόμενη από ισχυρούς θεσμούς, συνετές πολιτικές και ένα εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό», σημειώνει το ΔΝΤ. «Ωστόσο, η παγκόσμια αβεβαιότητα, ο κατακερματισμός του εμπορίου και οι διαρκείς ροές προς το φράγκο σε αναζήτηση ασφαλούς καταφυγίου έχουν εντείνει τις οικονομικές πιέσεις».