Οι αξιωματούχοι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας πιθανότατα θα περιμένουν μέχρι τον Δεκέμβριο για να προχωρήσουν στην επόμενη μείωση των επιτοκίων, η οποία εκτιμάται ότι θα είναι η τελευταία αυτού του κύκλου νομισματικής χαλάρωσης, σύμφωνα με νέα έρευνα της Bloomberg.
Σε σύγκριση με την αντίστοιχη έρευνα του Ιουλίου, οι οικονομολόγοι μεταθέτουν κατά τρεις μήνες τις προβλέψεις τους για μια νέα μείωση του κόστους δανεισμού. Το επιτόκιο αναφοράς θα έχει διαμορφωθεί τότε στο 1,75% (από 2% που είναι τώρα), ενώ εκτιμούν ότι θα παραμείνει σε αυτό το επίπεδο για εννέα έως δέκα μήνες, προτού η αύξηση της ζήτησης αναγκάσει την ΕΚΤ να αντιστρέψει την πορεία της νομισματικής της πολιτικής.
Ο χρόνος αναμονής μέχρι την τελική απόφαση του 2025 θα δώσει στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής της ΕΚΤ την πολυτέλεια να αξιολογήσουν τον αντίκτυπο των διαταραχών που έχουν επιφέρει στο εμπόριο οι πολιτικές του προέδρου των ΗΠΑ Donald Trump.
Μέχρι τον Δεκέμβριο, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα έχουν τα μακροοικονομικά στοιχεία για το τρίτο τρίμηνο και μια πιο σαφή εικόνα της υποκείμενης δυναμικής των προσπαθειών που κατέβαλαν για να προλάβουν τους αμερικανικούς δασμούς νωρίτερα μέσα στο έτος. Οι νέες προβλέψεις θα τους προσφέρουν μια πρώτη εικόνα των τάσεων για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό το 2028.
Εξάλλου και οι άλλες μεγάλες κεντρικές τράπεζες τηρούν στάση αναμονής για να αποφασίσουν την επόμενη κίνησή τους, με την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ να διατηρεί αμετάβλητα τα επιτόκια μέχρι στιγμής φέτος και τον διοικητή της Τράπεζας της Αγγλίας να αναγνωρίζει την περασμένη εβδομάδα την «πραγματική αβεβαιότητα» σχετικά με το πότε θα προχωρήσουν οι αξιωματούχοι στην επόμενη μείωση των επιτοκίων.
Η ΕΚΤ διατήρησε αμετάβλητο το κόστος δανεισμού τον περασμένο μήνα, ενώ έκτοτε στις δηλώσεις τους οι κεντρικοί τραπεζίτες υποστηρίζουν πως -τουλάχιστον προς το παρόν- δεν διαβλέπουν μεγάλη αναγκαιότητα για νέα μείωση. Οι traders αναθεώρησαν τις προβλέψεις τους για επιτοκιακή μείωση τον Σεπτέμβριο και θεωρούν ότι η πιθανότητα μείωσης κατά 25 μονάδες βάσης στο τέλος του έτους είναι λίγο μεγαλύτερη από 50%.
«Εάν τα στοιχεία δείξουν αδυναμία ως αποτέλεσμα της παγκόσμιας μεταβολής στη δυναμική του εμπορίου, τότε η ΕΚΤ είναι πιθανό να προχωρήσει σε μια νέα μείωση για να προστατεύσει την οικονομία και να αντισταθμίσει τον πληθωρισμό που βρίσκεται κάτω από τον στόχο — αλλά όχι νωρίτερα», δήλωσαν οι Julie Ioffe και James Rossiter, οικονομολόγοι της TD Securities.
Εάν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής δεν εκμεταλλευτούν την ευκαιρία να προβούν σε νέα μείωση τον Δεκέμβριο, οι χρηματοπιστωτικές αγορές ενδέχεται να συμπεράνουν ότι η ΕΚΤ έχει ολοκληρώσει τις μειώσεις των επιτοκίων. Σε ξεχωριστή έρευνα που πραγματοποιήθηκε πριν από τη συνεδρίαση του Ιουλίου, οι μισοί από τους ερωτηθέντες θεωρούσαν ότι οι αξιωματούχοι μπορούν να παραμείνουν αδρανείς σε τρεις συνεδριάσεις — Ιουλίου, Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου.