Η εποχή που οι φθηνές γκαρσονιέρες ή τα πολυτελή φιλέτα στο ιστορικό τρίγωνο της Αθήνας κυριαρχούσαν στις επενδύσεις για την Golden Visa αλλάζει. Μετά την αύξηση των ελάχιστων ορίων, οι επενδυτές και οι κατασκευαστές δεν εγκαταλείπουν την Αττική αλλά προσαρμόζουν το πλάνο τους, στρέφοντας το βλέμμα σε παλιά ακίνητα και επαγγελματικούς χώρους που μετατρέπονται σε κατοικίες.
Η Αττική διατηρεί την πρωτοκαθεδρία, συγκεντρώνοντας πάνω από το 80% των συνολικών επενδύσεων του προγράμματος. Εκεί που κάποτε πρωταγωνιστούσαν οι πολυτελείς κατοικίες στο Κολωνάκι ή οι φθηνές επιλογές στην Κυψέλη, τώρα ανεβαίνουν περιοχές με παλαιό στοκ και δυνατότητα αναβάθμισης, όπως ο Βύρωνας, η Νέα Σμύρνη, τα Σεπόλια και το Παγκράτι. Οι αγοραστές επικεντρώνονται σε παλιά διαμερίσματα ή πρώην επαγγελματικούς χώρους που μπορούν, με τεκμηριωμένη ανακαίνιση, να φτάσουν το όριο των 250.000 ευρώ.
Η επαρχία ως εναλλακτική για σταθερή απόδοση
Παρά την κυριαρχία της Αττικής, υπάρχει ζήτηση και για ακίνητα στην περιφέρεια, παρότι το νέο κατώτατο όριο αγγίζει τις 400.000 ευρώ. Νησιά όπως η Κρήτη και τα Ιόνια, αλλά και η Πελοπόννησος και η Κεντρική Ελλάδα, προσελκύουν ενδιαφέρον λόγω σταθερής τουριστικής ροής και καλής ποιότητας ζωής. Οι επενδυτές στρέφονται κυρίως σε μεγαλύτερες κατοικίες, τουριστικά ακίνητα ή μονοκατοικίες που προσφέρουν μακροχρόνια εκμετάλλευση και επενδυτική σταθερότητα.
Η νέα τάση αποτυπώνεται και στα στοιχεία: το πρώτο τετράμηνο του 2025 σημειώθηκε άνοδος 25% στις αιτήσεις Golden Visa σε σχέση με το 2024, με 3.477 νέες αιτήσεις. Ωστόσο, τον Απρίλιο καταγράφηκε πτώση 28,5% λόγω των νέων αυστηρότερων ορίων και της κόπωσης της αγοράς ακινήτων υψηλού κόστους. Από το 2014, το πρόγραμμα έχει αποφέρει πάνω από 4,47 δισ. ευρώ, με 18.363 εγκρίσεις συνολικά.
Η νέα εποχή της Golden Visa δείχνει ότι τα παλιά διαμερίσματα και οι χώροι με δυνατότητα ανακαίνισης είναι το «εισιτήριο» για ξένους επενδυτές που στοχεύουν άδεια διαμονής και ταυτόχρονα μακροπρόθεσμη απόδοση.