Ο αυθεντικός Αλέξης Τσίπρας είναι ο ιστορικός Τσίπρας – που δεν είναι ένας – αλλά… τέσσερις.
Ο Τσίπρας που κέρδισε τις εκλογές του 2015, με μια συγκεκριμένη ρητορική. Αυτός που επιχείρησε να την υλοποιήσει και έφτασε σε αδιέξοδο. Ο Τσίπρας του τρίτου Μνημονίου που υπέγραψε και υλοποίησε.
Γράφει ο Γιώργος Λακόπουλος
Τέλος ο σημερινός Τσίπρας, που με το βιβλίο «Ιθάκη» αξιολογεί τους τρεις προηγουμένους, με ετεροχρονισμένα κριτήρια και στις σημερινές συνθήκες. Για να εξυπηρετήσει μέλλουσες σημερινές ανάγκες της πολιτικής καριέρας του.
Το βιβλίο επιστρέφει στο παρελθόν «με όρους εμπειρίας, γνώσης, σχεδίου και απόφασης για το αύριο», έγραψε ο πολύπειρος Θανάσης Καρτερός, δείχνοντας και τον στόχο: «Η «Ιθάκη» δεν είναι το τέλος του ταξιδιού, αλλά η αρχή του…».
Αυτό λέει και ο Ν. Μαραντζίδης. Μπορεί όμως να συμβαίνει και το αντίθετο: Το βιβλίο αντί να θεμελιώνει τον «νέο Τσίπρα», να τον οδηγεί σε αδιέξοδο, προτού υπάρξει.
Επιλεκτικές αναφορές
Με το βιβλίο του ο πρώην Πρωθυπουργός επιχειρεί αναδρομικά και εκ των υστέρων «τομή» στη διαδρομή του. Αλλά κακά τα ψέματα: Δεν είναι ο Λούθηρος που στις 31 Οκτωβρίου του 1517 θυροκόλλησε στον Καθεδρικό Ναό της Βιτεμβέργης τις «95 Θέσεις» για τη μεταρρύθμιση του Καθολικισμού. Οι δικές του ανατροπές είναι μάλλον ΙΧ, επιλεκτικές, αυτό-αναφορικές και έρχονται καθυστερημένα. Αν τις είχε κάνει στην ώρα τους θα ήταν αλλιώς τα πράγματα και για τον ίδιο…
Η γενική εντύπωση είναι ότι, αν και αποκαλύπτει κάποιες άγνωστες – πλην επουσιώδεις πλέον – λεπτομέρειες του παρελθόντος του, δεν αλλάζει τη συλλογική εικόνα για τις περιόδους που παρουσιάζει. Ή όπου την αλλάζει δικαιώνει τους… άλλους!
«Αυτοί κυβερνούσαν; Θεέ μου από τι γλιτώσαμε…» θα μπορούν να λένε πλέον οι επικριτές του, επικαλούμενοι το βιβλίο. Ό,τι εξαιρεί – ή και θυματοποιεί – τον εαυτό του από τις καταστάσεις παρωδίας που περιγράφει, δεν βελτιώνει την εικόνα του. Μάλλον με το «σύνδρομο Σαμψών» συνδυάζεται η «δική του εκδοχή της ιστορίας», παρά με την κολυμβήθρα του Σιλωάμ…
Από τη δική του πολιτική θεώρηση και μετά από αυτοκαταστροφικές παλινωδίες και λάθη στο κομματικό και το κυβερνητικό πεδίο, που μετέτρεψαν τον θρίαμβο του 2015 σε τραγωδία, που συνεχίζεται, το 2023 – η «Ιθάκη» έχει στοιχεία κιβωτού του Νώε, που θα το μεταφέρει στο δικό του Αραράτ. Για να αρχίσει μια νέα πολιτική σταδιοδρομία – με δυο προϋποθέσεις και μια στόχευση.
Οι προϋποθέσεις είναι: Να διορθώσει το παρελθόν του και να αποκηρύξει ό,τι δεν διορθώνεται. Ο στόχος να αναζητήσει όρους για το ριμέικ μιας παλαιότερης εποχής, όταν το δίπολο Ανδρέας Παπανδρέου – Κώστας Μητσοτάκης λειτουργούσε μεταξύ τους συγκρουσιακά και ταυτόχρονα συμπληρωματικά.
Στο «σχέδιο» Τσίπρα, Ανδρέας Παπανδρέου θα είναι ο ίδιος, με αντίπαλο τον υιό Μητσοτάκη. Προκύπτει και από μια ανάρτησή του, κατά την οποία ο Πρωθυπουργός «φοβάται τη συμβολή της «Ιθάκης» για ένα καλύτερο μέλλον, ένα μέλλον εντιμότητας και δικαιοσύνης που δικαιούται η πατρίδα μας». Το βιβλίο από δικαίωμα του πρωταγωνιστή στην αφήγηση της Ιστορίας, μετατρέπεται σε πολιτικό μανιφέστο…
Απαξίωση
Όταν περάσουν οι πρώτες εντυπώσεις που προκάλεσε το μάρκετινγκ του εκδότη, οι εκτιμήσεις μάλλον θα συγκλίνουν: Εκτός από τις, «ανεκδοτολογικής» υφής, εκμυστηρεύσεις – και τα κομματικά ξεκαθαρίσματα – ο ιστορικός του μέλλοντος δεν θα βρει στο βιβλίο κάτι σημαντικό που δεν ήταν γνωστό ως την έκδοσή του.
Ό,τι εξιστορεί ήταν ήδη γνωστό και τα καρυκεύματα που προσθέτει, δεν δίνουν άλλη διάσταση στην Ιστορία. Ό,τι έγινε, έγινε όπως το ξέρουμε.
Η προσφυγή στον εσωτερικό κόσμο του, στις προθέσεις του, οι «ηρωισμοί» και οι εκ υστέρων αξιολογήσεις – περισσεύουν στο βιβλίο, αλλά δεν συνιστούν ιστορικά δεδομένα.
Οι αναφορές σε ξεθωριασμένες πτυχές του παρελθόντος δεν βγάζουν λάδι τον ίδιο επειδή μεταφέρουν ευθύνες σε υπουργούς του και χρίζουν κακούς λύκους τους άλλους – με εμφανή επιλεκτικό τρόπο.
Σχολιάζοντας τον υποκειμενικό χαρακτήρα της αφήγησης, ο δημοσιογράφος, Νίκος Σβέρκος, σημείωσε στο «Έθνος»: «Λόγω της απόλυτης «εξουσίας» που έχει στο γραπτό του, ο συγγραφέας πάντα επιλέγει ποια ψήγματα της εξιστόρησης θα φωτίσει παραπάνω και ποια θα αποσιωπήσει τελείως. Σε αυτό το πλαίσιο ορισμένα γεγονότα της διακυβέρνησής του τα αποφεύγει ή τα προσπερνά γρήγορα».
Πρακτικά, άλλα αποσιωπά κι άλλα υπερτονίζει με δυο κριτήρια. Πρώτα, να επιβεβαιώσει όσα ουδείς σοβαρός άνθρωπος του αμφισβητεί: Όπως πχ ότι δεν είχε πρόθεση εξόδου από την ευρωζώνη και εξασφάλισε την έξοδο από το Μνημόνιο.
Αλλά δεν μπορεί να μην βαρύνεται με ότι έχρισε υπουργούς όσους δεν έκαναν για τη δουλειά, που συνέχιζαν όσα ο ίδιος έλεγε προεκλογικά και όσα είχαν καταγραφεί σε αποφάσεις κομματικών οργάνων.
Ύστερα, να απαξιώσει έναν κύκλο προσώπων: Βαρουφάκης, Τσακαλώτος, Κατρούγκαλος, Λαφαζάνης, Κωνσταντοπούλου, Πολάκης, Κουβέλης, Αλαβάνος – που τον ανέδειξε – και ο Κασσελάκης, ρίχνονται προτιμησιακά στην πυρά. Με όσους δεν θέλει να ρισκάρει αναμέτρηση, όπως ο Νίκος Παππάς, είναι «επιεικής».
Μπούμερανγκ
Όσοι στιγματίζονται στο βιβλίο, εκκολάφθηκαν στο κλίμα που ο ίδιος διαμόρφωσε στην Κουμουνδούρου, μετά την επιτυχία του 2012, αλλά και στην πορεία προς τις εκλογές του 2015. Και σε κάθε περίπτωση οι αφοριζόμενοι υπήρξαν συνεργάτες του και οι «ατυχείς» επιλογές ήταν δικές του Αν σήμερα δηλώνει «μετανιωμένος», ιστορικά δεν απαλλάσσεται. Ιδίως να ληφθεί υπόψη ποιους προόριζε ξανά για υπουργούς αν κέρδιζε το 2023. Έτσι η αποδοκιμασία παίρνει και χαρακτήρα μπούμερανγκ για τον ίδιο.
Ακόμη κι αν δεν ήξερε, δεν ρώταγε; Τι σημαίνει ότι έφταιγε ο… χαρακτήρας τους; Το επιχείρημα για την επιλογή Βαρουφάκη ως διαπραγματευτή, δεν στέκεται – ούτε το πρόβλημα ήταν το εξώφυλλο ενός περιοδικού. Η σημερινή «αποκάλυψη» ότι ο Λαφαζάνης αποκαλούσε τον Μεντβέντεφ «σύντροφε», δεν ήταν και τόσο απαραίτητη. Όπως δεν ήταν και οι αναφορές, σε μια οικογενειακή συναναστροφή με το ζεύγος Κασσελάκη.
Μάλλον περιττά είναι και τα πολλά προσωπικά στοιχεία – έως μελό – που διανθίζουν κεφάλαια του βιβλίου, ακόμη και όταν αναφέρεται σε αποφάσεις του για κρίσιμα θέματα. Άλλο πολιτική, άλλο σαπουνόπερα και συμβολισμοί με περιστέρια.
Ούτε υπήρξε ο μόνος Πρωθυπουργός που αναγκαζόταν να παραμελεί ατομικές υποχρεώσεις «Στέγνωσα την ψυχή μου για να κυβερνήσω» έλεγε ο παλιός Καραμανλής…
Η μεταμόρφωση του ιδίου του Τσίπρα – προσποιητή – ή όχι – με απαρίθμηση εσωκομματικών, κυβερνητικών και προσωπικών αναμνήσεων, άνευ ιδιαίτερης σημασίας πλέον, με συναισθηματισμούς και η προσωποκεντρική παρουσίαση, συνθέτουν ένα αφήγημα που μάλλον δεν θα αντέξει σε λεπτομερή πολιτική κριτική στη συνέχεια.
Πάνος Καμμένος
Ιδίως όταν η αυτοκριτική χρησιμοποιείται με το σταγονόμετρο και μάλλον ως αυτοέπαινος, παρά ως τεκμήριο συνειδητοποίησης των λαθών – που αναγνωρίζονται κάπως καθυστερημένα. Άλλωστε σε πολλές περιπτώσεις η πληρότητα της αφήγησης αμφισβητείται. Πχ, τι γνωρίζει εκείνο το βράδυ στο Μάτι, ποια εμπλοκή είχε στην ανάδειξη και στην αποκαθήλωση Κασσελάκη και πως ακριβώς «κόλλησε» με τον Καμμένο και γιατί δεν ξεκόλλησε αμέσως μετά την έξοδο από το Μνημόνιο, που ως στόχος «δικαιολογούσε» αυτή την ανάρμοστη σχέση.
Ειδικά με τον «Πάνο» δεν δείχνει να ξεκόλλησε, ούτε μέχρι σήμερα. Στην αφήγηση για τις Πρέσπες, μάλλον τον καλύπτει, ενώ ταυτόχρονα αδικεί τον Νίκο Κοτζιά στη διαχείριση της διαπραγμάτευσης – που πιστώνει εξ ολοκλήρου στον εαυτό του.
Προκαλεί επίσης εντύπωση η νύξη ότι θα μπορούσε εκτός από τον Καμμένο , η συγκυβέρνηση να περιλαμβάνει και το «Ποτάμι» – αλλά χάλασε γιατί ο Σταύρος Θεοδωράκης δεν… πήρε το ασανσέρ της Κουμουνδούρου – αλλά και τη Φώφη Γεννηματά… Πώς θα μπορούσε να χωρέσει σε αντιμνημονιακή κυβέρνηση με καραμπινάτους μνημονιακούς;
Υπερβολή
Στα «μεγάλα» θέματα, η βασική μέριμνα της αφήγησης είναι να αναδείξει ότι «πάλεψε με τα θηρία» – με ρητορική που, σε ό,τι αφορά τους Ευρωπαϊκούς θεσμούς, παρακάμπτει δυο στοιχεία.
Ένα ότι η Ελλάδα χρεοκόπησε μόνη της – με ευθύνη του πολιτικού της συστήματος και όχι των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων. Δεύτερο ότι ως χώρα-μέλος είχε συγκεκριμένες υποχρεώσεις στις οποίες δεν προσαρμόσθηκε. Ειδικά σε ό,τι αφορά τις υποχρεώσεις που η ίδια δημιούργησε στους δανειστές της, δεν μπορούσε πλέον να προσαρμοστεί.
Στην εξιστόρηση παραλείπει ότι οσάκις τους είπε πως εκπροσωπεί τον ελληνικό λαό, του απάντησαν ότι και εκείνοι τους λαούς τους εκπροσωπούν.
Οι εταίροι προτού «εκβιάσουν» την Ελλάδα του Τσίπρα, διέσωσαν την Ελλάδα του Καραμανλή, του Παπανδρέου και του Σαμαρά, από το δημοσιονομικό θάνατο και το ευρωπαϊκό τέλος της, που εξασφάλισαν η υπερχρέωση και οι δημοσιονομική εκτροπή. Και οι «κανόνες» που του υπενθύμιζε η Μέρκελ για τη ευρωζώνη, δεν ήταν «θηλειά», αλλά όρος επιβίωσης του ευρώ.
Ο «νέος» Τσίπρας, παρ’ ότι αποκηρύσσει την αντίληψη του αρχικού Τσίπρα για… διαγραφή του ελληνικού χρέους κι άλλα διηγήματα – στο βιβλίο του τελεί υπό την επήρεια εκείνης της εποχής: Αντιμετωπίζει όσους ως Πρωθυπουργός βρήκε στην άλλη πλευρά του τραπεζιού, ως… εχθρούς της Ελλάδας και του λαού της. Πολύ ευρωπαϊκό δεν το λες.
Η σημερινή αφήγηση του – με τις αντιφάσεις και τις κατά το δοκούν αναφορές – τον εμφανίζει ως μοναδικό αρχάγγελο εθνικής αξιοπρέπειας εκείνης της περιόδου, που υπερασπίστηκε τη χώρα έναντι τρίτων. Στην ουσία όμως συνιστά υπερβολή γιατί διεκδικεί περισσότερο από όσα του ανήκουν.
Πράγματι, κερδίζοντας τις εκλογές του Σεπτέμβριου – με διαφορικό πρόγραμμα από τον Ιανουάριου του 2015 κατόρθωσε ως μνημονιακός και ο ίδιος, να κλείσει τον μνημονιακό κύκλο και τελικά παρέδωσε τη χώρα με διαχειρίσιμη οικονομία. Αυτό δεν χρειάζεται να γράψει βιβλίο για να το πιστωθεί…
Η εξιστόρηση γεγονότων και εξελίξεων από τον πρώην Πρωθυπουργό, δεν έχει μεγαλύτερη ιστορική αξία από την ίδια την πραγματικότητα που διαμόρφωσε εκείνη την περίοδο ο ίδιος – κι αυτό δεν αλλάζει όπως και αν το περιγράψει σήμερα.
Ιδίως όταν παρουσιάζει ότι τα «προβληματικά» στοιχεία της βαρύνουν άλλους, ή όταν δικαιολογείται ακόμη και λοιδορώντας μέλη της κυβέρνησής του. Πόσω μάλλον ότι καταφεύγει στο ότι έπρεπε να οργανώσει «σκανδαλιές» σε βάρος υπουργών για να επιβάλει τις αποφάσεις του.
Παρουσιάζεται ως «εσταυρωμένος» από τους ανθρώπους στους οποίους ο ίδιος έδωσε ρόλους και δέκα χρόνια μετά τους ισοπεδώνει. Έτσι βρίσκεται εθελουσίως απέναντι στο ερώτημα: Όταν διεκδικούσε την πρωθυπουργία, δεν ήξερε με ποιους θα την ασκούσε; Δεν βγάζει νόημα…
Όπως δεν βγάζουν οι αναφορές του στο εσωκομματικό και ενδοκυβερνητικό αλαλούμ , σαν να μη ήταν ο ίδιος πανίσχυρος στο κόμμα και συνταγματικός φορέας της λαϊκής εντολής στην κυβέρνηση, οπότε δεν είχε παρά να πάρει τις σωστές αποφάσεις και τα σκυλιά δεμένα…
Εντυπωσιάζει ο ισχυρισμός του ότι η ρητορική Μητσοτάκη τον… παρέσυρε σε λάθη και σε καταγγελίες για τη… Μαρέβα! Αλλά και η αξιοσημείωτη συμπάθεια προς τον παλιό Μητσοτάκη και την Ντόρα! Προφανώς, όπως και στο εσωκομματικό πεδίο, έτσι και στις σχέσεις με τρίτους, χρησιμοποιούνται διαφορετικά μέτρα και σταθμά κατά περίπτωση.
Εκκρεμότητες
Η αλήθεια είναι ότι κάποια από όσα γράφει τα έλεγε και πριν σε συνομιλητές του. Αλλά σε πολλά σημεία οι αναφορές του αποκλίνουν από τις αφηγήσεις άλλων προσώπων που ήταν σε θέση να ξέρουν, αλλά κι από παλαιότερους ισχυρισμούς του ιδίου.
Τις επόμενες μέρες θα αναδειχθούν πολλές τέτοιες αποκλίσεις, θα προκύψουν οι αντιφάσεις και θα διαχωριστούν οι αποκαλύψεις από τις αποσιωπήσεις, σε ό,τι αφορά γεγονότα και πρόσωπα.
Το βιβλίο επιχειρεί να κλείσει εκκρεμότητες, αλλά αυτό δεν αποβαίνει πάντα σε όφελος του συγγραφέα. Τι σημαίνει «παρασυρθήκαμε σε μια λογική μετωπικής σύγκρουσης με τους επιχειρηματίες», αν όχι εκ των υστέρων απολογία προς τους στους καναλάρχες;
Ισχύει και με όσα λέει για όσους ερευνήθηκαν από την ελληνική Δικαιοσύνη για ενδεχομένη εμπλοκή τους στο σκάνδαλο Novartis – στους οποίους μάλλον κλείνει το μάτι, δεχόμενος ως «λάθος» ότι δεν τους πέρασε από Προανακριτική. Πώς μπορεί να λέει ότι στο συγκεκριμένο σκάνδαλο δεν αποδόθηκε Δικαιοσύνη, όταν περιγράφει πως αυτό συνέβη εξ αιτίας του; Από πότε οι Πρωθυπουργοί μεταφέρουν ευθύνες σε… πλειοψηφίες συνεργατών;
Από καιρό ορισμένοι αναλυτές σημείωναν ότι η έκδοση βιβλίου θα είναι το έσχατο λάθος του Αλέξη Τσίπρα. Υπό την επήρεια κάποιων συμβούλων, επικαιροποιεί παλιές συζητήσεις στις οποίες ο ίδιος δεν έχει λόγο να εμπλακεί, ανοίγοντας παλιές πληγές. Τώρα θα πρέπει να απολογείται και για πολλές από τις αναφορές του ως συγγραφέας. Για παράδειγμα, με ποιο δικαίωμα ένας ηττημένος αρχηγός προσφέρει τον τίτλο στον έναν ή στον άλλον, ή ζητάει αρχαιρεσίες αμέσως μετά τη νόμιμη επανεκλογή του διαδόχου του.
Αν η «αυτοπροσωπογραφία» είναι λυτρωτική και βάζει τα πράγματα στη θέση τους, γιατί δεν την έκανε το 2019, ή το 2023, όταν θα είχε και άμεση πολιτική χρησιμότητα; Τώρα το πολύ να διευκολύνει την ίδρυση κόμματος που απλώς ζητείται ακόμη. Και όπως πως είπε η Λούκα Κατσέλη: «Δεν είμαι ψυχίατρος του κυρίου Τσίπρα, ώστε να εξηγήσω γιατί επιτρέπει να συνεχίζεται αυτή η συζήτηση εδώ και μήνες χωρίς να έχει πει ότι θα κάνει κόμμα».
Ο πολιτικός κρίνεται από το έργο του
Το ερώτημα αν σήμερα το περιεχόμενο του βιβλίου μπορεί να υπηρετήσει τον κεντρικό στόχο της έκδοσης του – την ίδρυση κόμματος και αρχή νέας πολιτικής σταδιοδρομίας – μένει προς απάντηση. Μαζί με το ερώτημα: Αν δεν ήταν ένας από τους ΣΥΡΙΖΑίους, όπως προβάλει τώρα, ένας από ποιους θα είναι στο μέλλον;
Προς το παρόν ο πρώην αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ και Πρωθυπουργός, έρχεται σε αντίθεση με τον Τσίπρα του βιβλίου και αντιστρόφως – κι αυτό δεν φέρνει πολιτικό όφελος. Άλλωστε όπως έγραψε ο καθηγητής Γιάννης Πανούσης, πρώην υπουργός του: «Ο πολιτικός κρίνεται από το έργο του και όχι από τα γραπτά του»…

