Ενώ στις περισσότερες χώρες του πλανήτη μας κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα οι δημόσιες δαπάνες κυμαίνονταν περί το 10% του ΑΕΠ, μετά από 100 περίπου χρόνια, δηλ. στις πρώτες δεκαετίες του 21ου αιώνα, το αντίστοιχο ποσοστό στις περισσότερες χώρες υπερβαίνει το 50%, η δε τάση παραμένει αυξητική.
Η κρατική διόγκωση αποτυπώνεται στα ποσοστά που προαναφέραμε, στην πραγματικότητα όμως εκτείνεται πολύ περισσότερο λόγω των ατέλειωτων κανόνων και ρυθμίσεων σχετικών π.χ. με τις προϋποθέσεις για την αδειοδότηση ενός εργοστασίου ή ενός … κομμωτηρίου, τον έλεγχο των διαφημιστικών δραστηριοτήτων ενός επαγγελματία ή την προστασία (ή, μήπως, και την παρακολούθηση;) των προσωπικών δεδομένων κάθε ατόμου.
Γράφει ο Κώστας Χριστίδης (*)
Από εκεί που το κράτος ήταν υποστηρικτής των ανθρώπων εκείνων που δεν μπορούσαν, για λόγους υγείας ή ένδειας, να βοηθήσουν τους εαυτούς τους, έφθασε να αποτελεί μια παντοδύναμη γκουβερνάντα, η οποία δικαιούται αλλά και υποχρεούται να παρέχει τα πάντα στους πάντες, μαθητές, φοιτητές, αγρότες, εργάτες, επαγγελματίες, συνταξιούχους, σε κάθε τάξη και κάθε επαγγελματική συντεχνία.
Η εξέλιξη αυτή ενισχύθηκε σταθερά από την δραστηριότητα των πολιτικών τόσο της Αριστεράς όσο και της Δεξιάς. Οι μεν εξυμνούν τη λειτουργία δημόσιων (και μόνον) θεραπευτηρίων, εκπαιδευτηρίων και μέσων μαζικής μεταφοράς, οι δε προβάλλουν την ανάγκη περισσότερων εξοπλισμών, αστυνομίας και φυλακών, λέγοντας όλοι τους ότι ‘’κάτι πρέπει να γίνει για το θέμα αυτό’’, πράγμα που κατά κανόνα καταλήγει στη δημιουργία ενός νέου κρατικού φορέα ή μιας νέας δημόσιας υπηρεσίας, με αντίστοιχη αύξηση των δημοσίων δαπανών και των γραφειοκρατικών ρυθμίσεων.
Πέραν όμως των πολιτικών, οι ψηφοφόροι - είτε προσέρχονται στις κάλπες, είτε όχι - έχοντας υπερφορτώσει και αυτοί το κράτος με τις πάσης φύσεως απαιτήσεις τους, στη συνέχεια εμφανίζονται έξαλλοι με τα φαινόμενα κρατικής δυσλειτουργίας, διαφθοράς και αναποτελεσματικότητας. Όσοι ψηφίζουν, τείνουν, σε βαθμό πολύ μεγαλύτερο από ό,τι στο παρελθόν, να υποστηρίξουν κόμματα των δύο άκρων, ρίχνοντας την ευθύνη στους μετανάστες, τα καρτέλ, τους τραπεζίτες ή τη ‘’νεοφιλελεύθερη’’ Ευρωπαϊκή Ένωση, αφήνοντας όμως αλώβητο το παναρμόδιο κράτος, το οποίο για λόγους μόνιμους και παγκόσμιας εφαρμογής είναι δυσκίνητο και αναποτελεσματικό. Και τα προβλήματα θα εξακολουθήσουν να εντείνονται λόγω των δημογραφικών εξελίξεων (που επιβαρύνουν τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης στο έπακρον) και του διαρκώς αυξανόμενου παγκόσμιου δημόσιου χρέους, που ξεπερνά πλέον τα 300 τρισεκατομμύρια δολάρια. Τί μπορεί και πρέπει να γίνει ;
Κατ’ αρχάς, είναι απλοϊκή η αντίληψη ότι η δημοκρατική αρχή, που σε πολύ γενικές γραμμές σημαίνει ‘’κάθε άτομο (ενήλικο) και μία ψήφος’’, μπορεί να επιλύσει κάθε πρόβλημα, από τη φτώχεια μέχρι την τρομοκρατία.
Η γενικευμένη έλλειψη ικανοποίησης από τις κρατικές επιδόσεις, αλλού μεγαλύτερη, αλλού μικρότερη, αλλά παντού εμφανής, οδηγεί σε αρκετές περιπτώσεις σε νέες μορφές οργάνωσης και λειτουργίας του κράτους και της οικονομίας, όπως ήδη συμβαίνει στην Κίνα, την Σιγκαπούρη και αλλού. Οι αναζητήσεις αυτές, πάντως, θα μπορούσαν να στηριχθούν στις εμπειρίες μεγάλων ιδιωτικών εταιρειών, οι οποίες πριν από πενήντα χρόνια περίπου είχαν φθάσει, κατά μέσον όρο, στο απόγειο της μεγέθυνσής τους, αντιμετωπίζοντας το ίδιο πρόβλημα ‘’έλεφαντίασης’’ που μαστίζει τα σύγχρονα κράτη.
Και οι μεν ιδιωτικές εταιρείες μετασχηματίστηκαν έκτοτε δραματικά με εστίαση στις βασικές δραστηριότητές τους, outsourcing όλων των υπολοίπων και κατάργηση πολλών ενδιάμεσων επιπέδων στην οργανωτική τους δομή, ενώ, αντιθέτως, τα κράτη εξακολούθησαν να διογκώνονται και να εφαρμόζουν μοντέλα ‘’κάθετης ολοκλήρωσης’’ (vertical integration), αυξάνοντας σταθερά τις αρμοδιότητές τους, τις δημόσιες δαπάνες και τις φορολογικές επιβαρύνσεις. Αποτέλεσμα, η αύξηση της παραγωγικότητας στον ιδιωτικό τομέα κατά τα τελευταία 50 χρόνια να είναι περίπου δεκαπενταπλάσια από αυτήν του δημόσιου τομέα, όπου παρέμεινε εξαιρετικά ισχνή, σχεδόν μηδενική, παρά τις εν τω μεταξύ συγκλονιστικές, τεχνολογικές εξελίξεις.
Είναι, λοιπόν, επιτακτική η ανάγκη ύπαρξης ενός μικρού αλλά αποτελεσματικού κράτους, το οποίο θα κάνει ‘’τα σωστά πράγματα με το σωστό τρόπο’’ (be both effective and efficient). Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να είναι υπερβολικά μικρό, ώστε να μην μπορεί να επιτελεί τις κρίσιμες αρμοδιότητες που χωρίς αμφιβολία ανήκουν σε αυτό, καθόσον το κράτος κατέχει το ‘’μονοπώλιο έννομης βίας’’ (αναγκαίο για την είσπραξη φόρων, υπεράσπιση της εθνικής κυριαρχίας, κ.λπ., βλ. επόμενη παράγραφο), αλλά ούτε, βεβαίως, να υπερβαίνει κάποιο μέγεθος, πέρα από το οποίο προκαλούνται φαινόμενα παραλυτικής δυσλειτουργίας και εκτεταμένης διαφθοράς.
Οι κρίσιμες αυτές αρμοδιότητες, κατά τη γνώμη μου, είναι:
- Δημιουργία σωστών θεσμών και νόμων.
- Τήρηση της εφαρμογής των νόμων και της τάξης έναντι όλων αδιακρίτως.
- Άμυνα έναντι εξωτερικών εχθρών.
- Παροχή δημόσιων αγαθών οριζόμενων περιοριστικώς (όπως, για παράδειγμα, άσκηση εξωτερικής πολιτικής, παροχή ασφάλειας και απονομή δικαιοσύνης μέσω ανεξάρτητων δικαστηρίων, προστασία του περιβάλλοντος, προστασία από φυσικές καταστροφές και υγειονομικές κρίσεις).
- Δημιουργία αναγκαίων υποδομών.
- Ρύθμιση και τόνωση του ανταγωνισμού στον ιδιωτικό τομέα.
- Παροχή δικτύου ασφαλείας σε όσους πράγματι το έχουν ανάγκη (κυρίως μέσω του ελαχίστου εγγυημένου εισοδήματος).
- Χρηματοδότηση των δαπανών για επιτέλεση των παραπάνω αρμοδιοτήτων μέσω λελογισμένων φόρων και δανεισμού με απαρέγκλιτη διατήρηση της δημοσιονομικής ισορροπίας.
Με δεδομένο ότι οι ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις αλλάζουν δραματικά το τοπίο, οι κρατικές αρμοδιότητες, όποιες και αν συμφωνηθεί ότι πρέπει να είναι σήμερα, δεν μπορούν να παραμένουν αναλλοίωτες εις τον αιώνα τον άπαντα. Είναι το γεγονός αυτό ένας επί πλέον λόγος, για τον οποίο χρειάζεται ένα ευέλικτο κράτος, χωρίς υπέρμετρη γραφειοκρατία και παρωχημένες ‘’μονιμότητες’’.
Έσχατο αλλά όχι ελάχιστο: όταν το κράτος διογκώνεται χωρίς φραγμούς, όταν οικειοποιείται τα μισά (ή και περισσότερα) από όσα παράγεις, όταν σου υπαγορεύει τη φυλή και το φύλο ανθρώπων που μπορείς να προσλάβεις, όταν ορίζει τις τιμές πωλήσεως των προϊόντων σου, όταν αναλαμβάνει πρόσθετες εξουσίες για να καταπολεμήσει τα ‘’καρτέλ’’, τους ‘’φοροφυγάδες’’, τους ενοχλητικούς δημοσιογράφους κ.ο.κ., τότε γεννώνται σοβαρότατοι κίνδυνοι για τις ατομικές και πολιτικές ελευθερίες. Τα παραδείγματα γύρω μας είναι πολλά και εύγλωττα. Σε χώρες όπως Ρωσία, Ιράν, Β. Κορέα, Βενεζουέλα, Αφγανιστάν και πολλές άλλες, η πολιτική εξουσία δεν υπηρετεί τον λαό αλλά ο λαός την πολιτική εξουσία.
Ας μη μας διαφεύγει το ότι η συγκέντρωση πολιτικής και οικονομικής εξουσίας σε έναν φορέα, τον κρατικό, δημιουργεί κινδύνους για την ίδια τη δημοκρατία, το πολίτευμα δηλαδή που κατοχυρώνει καλύτερα από κάθε άλλο την ύψιστη αξία της ελευθερίας. Γι’ αυτό και χρειάζεται να τίθενται όρια στην εγγενή τάση του κράτους για διαρκή διόγκωση μέσω (και) συνταγματικών περιορισμών. Ας λάβουν υπόψη τα δεδομένα αυτά όσοι ασχοληθούν με την προσεχή συνταγματική αναθεώρηση στη χώρα μας.
* Ο Κώστας Χριστίδης είναι νομικός - οικονομολόγος