Αισιοδοξία αλλά και επιφυλακτικότητα διατυπώνει η JP Morgan για τις προοπτικές των ευρωπαϊκών αγορών κρατικού χρέους το δεύτερο εξάμηνο του 2025, σε μια περίοδο όπου οι διεθνείς επενδυτές εξακολουθούν να κινούνται ανάμεσα στις επιπτώσεις των γεωπολιτικών εντάσεων, των υψηλών επιτοκίων και της ενδεχόμενης μετάβασης από το δολάριο.
Η Ελλάδα παραμένει στο ραντάρ των διεθνών επενδυτών ως ευνοϊκή επιλογή για επιλεκτικές τοποθετήσεις στην περιφέρεια της Ευρωζώνης, με τη JP Morgan να διατηρεί θετική στάση για τους ελληνικούς τίτλους στο πλαίσιο carry trades και διαχείρισης διαφορών αποδόσεων. «Η Ελλάδα συγκαταλέγεται στις κορυφαίες επιλογές υπεραπόδοσης (overweight) μας για το μεσοπρόθεσμο διάστημα, ενώ θεωρούμε ιδιαίτερα ελκυστικό το εύρος λήξεων 5 έως 15 ετών, καθώς προσφέρει το υψηλότερο περιθώριο απόδοσης σε σύγκριση με άλλες χώρες της περιφέρειας», εξηγεί ο οίκος.
Η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, οι σταθερές δημοσιονομικές επιδόσεις και η περιορισμένη προσφορά νέου χρέους ενισχύουν την ελκυστικότητα της ελληνικής αγοράς ομολόγων μέσα στο δεύτερο εξάμηνο του 2025. Τέλος, η τράπεζα διατηρεί στρατηγική ήπιας επιφυλακής απέναντι σε ενδεχόμενες δημοσιονομικές αποκλίσεις ή καθυστερήσεις στα ευρωπαϊκά κονδύλια (NGEU), οι οποίες ενδέχεται να αυξήσουν τις εκδόσεις στο μέλλον.
Σε αυτό το πλαίσιο, η αμερικανική τράπεζα διατηρεί θετική στάση για τα ελληνικά ομόλογα, τα οποία παραμένουν εντός του ευρύτερου επενδυτικού πλάνου για επιλεκτική υπεραπόδοση στην περιφέρεια. Ο οίκος εντάσσει τα ελληνικά ομόλογα στην ευρύτερη κατηγορία της ευρωπαϊκής περιφέρειας, με έμφαση στις στρατηγικές overweight σε δεκαετούς τίτλους της Ε.Ε. έναντι τίτλων όπως της Γαλλίας ή της Γερμανίας.
Σε επίπεδο μακροοικονομικών στοιχείων, η JP Morgan προβλέπει ανάπτυξη 2,2% για την Ελλάδα το 2025 και 2,0% το 2026, ενώ ο πληθωρισμός αναμένεται να διαμορφωθεί στο 2,1% και 1,9% αντίστοιχα. Το δημόσιο χρέος, που τοποθετείται στο 159,5% του ΑΕΠ το 2025, βαίνει μειούμενο, ενώ το πρωτογενές πλεόνασμα της γενικής κυβέρνησης εκτιμάται στο 2% του ΑΕΠ. Η ανεργία συνεχίζει την πτωτική της πορεία, υποχωρώντας από 10,6% φέτος σε 10,1% το 2026.
Η στρατηγική της επενδυτικής τράπεζας για την Ευρωζώνη συνοψίζεται στην προσδοκία για διακύμανση αποδόσεων σε εύρος τιμών (range trading), με έμφαση σε επιλεκτικές κινήσεις αποκόμισης απόδοσης μέσω διαφορών spread («carry trades»), ειδικά στον ενδοευρωζωνικό χώρο και στα 10ετή κρατικά ομόλογα της Ε.Ε.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της τράπεζας:
Οι αποδόσεις των 10ετών γερμανικών ομολόγων αναμένεται να κινηθούν έως το τέλος του 2025 γύρω στο 2,40%. Στην περιφέρεια, η J.P. Morgan προτιμά στρατηγικές όπως «long 10Y Spain (100%) vs. Italy (50%) και Germany (50%)» και ανάλογη στάση υπέρ 10ετών τίτλων της Ε.Ε., κόντρα σε Γαλλία και Γερμανία.
Τα επιλεκτικά spread intra-EMU παραμένουν στο επίκεντρο, ενώ η ελληνική αγορά ωφελείται από την αυξημένη διαφοροποίηση και την αναζήτηση απόδοσης των επενδυτών εν μέσω αποδυνάμωσης του αφηγήματος για “de-dollarisation” (μετατόπιση από το δολάριο).
Ειδικότερα, η τράπεζα βλέπει υποχώρηση του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη σε επίπεδα κάτω του στόχου (1,5% έως τα τέλη του 2025), ενισχύοντας τις αποτιμήσεις των κρατικών ομολόγων. Η Ελλάδα, με την αναβαθμισμένη πιστοληπτική ικανότητα και τη σταθερή παρουσία στις αγορές, επωφελείται από το κλίμα αποκλιμάκωσης πληθωρισμού και χαμηλής έκδοσης νέου χρέους στο β’ εξάμηνο, στοιχείο που ενισχύει τη σχετική σπανιότητα και αξία των ελληνικών τίτλων.