Το μέλι δεν είναι απλώς ένα ακόμη προϊόν της κουζίνας. Κάθε μικρό βάζο αντιπροσωπεύει έναν ολόκληρο μηχανισμό ζωής: τον μόχθο χιλιάδων μελισσοκόμων, τη λειτουργία εκατομμυρίων κυψελών και την ισορροπία ευαίσθητων οικοσυστημάτων που στηρίζονται σε έναν οργανισμό ελάχιστο σε μέγεθος, αλλά τεράστιο σε σημασία.
Η Ελλάδα συγκαταλέγεται σταθερά στις κορυφαίες χώρες της Ευρώπης τόσο ως προς την παραγωγή όσο και ως προς τον αριθμό των επαγγελματιών του κλάδου.
Περισσότεροι από 20.000 μελισσοκόμοι, με συνολικό δυναμικό 2,2 εκατομμυρίων κυψελών, εκτιμάται ότι παράγουν ετησίως 15.000 έως 20.000 τόνους μελιού. Η χώρα μας, μάλιστα, διαθέτει τις περισσότερες κυψέλες ανά κάτοικο στην Ευρώπη, επιβεβαιώνοντας τη βαθιά παράδοση και τη δυναμική του ελληνικού μελισσοκομικού τομέα.
«Η μελισσοκομία έχει έντονο κοινωνικό και οικονομικό αποτύπωμα, ειδικά σε ορεινές, νησιωτικές και μειονεκτικές περιοχές», ανέφερε ο γενικός γραμματέας Αγροτικής Πολιτικής, Σπύρος Πρωτοψάλτης, τονίζοντας ότι «το ελληνικό μέλι – από το πευκόμελο και το θυμαρίσιο μέχρι τα μονοανθικά και τα ιδιαίτερα τοπικά προϊόντα – έχει κερδίσει τη θέση του στις αγορές, αλλά κυρίως στην καθημερινή διατροφή των Ελλήνων».
Ο κ. Πρωτοψάλτης σημειώνει ότι τα τελευταία χρόνια η Πολιτεία και το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων προσπαθούν να στηρίξουν τον κλάδο με τρόπο ουσιαστικό, όχι απλώς τυπικό. Στο νέο πλαίσιο της ΚΑΠ, η μελισσοκομία απέκτησε το πρώτο της Τομεακό Πρόγραμμα, προϋπολογισμού 61,6 εκατ. ευρώ για την πενταετία.
Η απορρόφηση αγγίζει το 99%, κάτι που όπως λέει «αποδεικνύει ότι οι πόροι φτάνουν πραγματικά στους δικαιούχους».
Επιπλέον, το πρόγραμμα καλύπτει ένα μεγάλο φάσμα δράσεων όπως εκπαίδευση και συμβουλευτική για επαγγελματισμό και σύγχρονες πρακτικές, επιτήρηση ασθενειών, όπως το μικρό σκαθάρι της κυψέλης, ενίσχυση της νομαδικής μελισσοκομίας και του εξοπλισμού, αναλύσεις ποιότητας σε διαπιστευμένα εργαστήρια, εφαρμοσμένη έρευνα σε συνεργασία με επιστήμονες αλλά και προώθηση και μάρκετινγκ του ελληνικού μελιού στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
«Παράλληλα, ειδικά για τα μικρά νησιά του Αιγαίου υπάρχουν πρόσθετες ενισχύσεις, αναγνωρίζοντας ότι η μελισσοκομία είναι συχνά “στήριγμα” για μικρές νησιωτικές κοινωνίες», λέει ο κ. Πρωτοψάλτης.
Το επόμενο βήμα του μελισσοκομικού κλάδου είναι η μετάβαση στην ψηφιακή εποχή. Το Εθνικό Ηλεκτρονικό Μελισσοκομικό Μητρώο και η Ατομική Ψηφιακή Ταυτότητα δίνουν για πρώτη φορά μια καθαρή εικόνα για το ποιοι είναι οι μελισσοκόμοι και πόσες κυψέλες υπάρχουν.
«Πάνω σε αυτό το υπόβαθρο αναπτύσσεται το “e-honey”, μια πλατφόρμα που θα επιτρέπει ιχνηλασιμότητα σε όλη την αλυσίδα παραγωγής και διακίνησης μελιού, θα ενισχύει τον έλεγχο στις εισαγωγές και θα προστατεύει τον καταναλωτή από φαινόμενα νοθείας. Ήδη, σε συνεργασία με το υπουργείο Ανάπτυξης, γίνονται αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο ώστε τα νέα εργαλεία να λειτουργήσουν στην πράξη», επισημαίνει ο κ. Πρωτοψάλτης.

