Την ταχεία μείωση των δεικτών του χρέους εξαίρει για ακόμη μία φορά για την Ελλάδα ο οίκος Moody’s, εκτιμώντας ότι η τάση αυτή θα συνεχιστεί και το 2026. Μάλιστα, στο Global Sovereign Outlook 2026, ο οίκος εκτιμά ότι το ελληνικό χρέος θα μειωθεί κατά περισσότερο από 4 ποσοστιαίες μονάδες, απόρροια της συνετής δημοσιονομικής πολιτικής.
Σύμφωνα με τη Moody’s, η πλειονότητα των κρατών που αναμένει να επιτύχουν τις μεγαλύτερες μειώσεις χρέους το 2026 είναι χώρες με χαμηλούς δείκτες αξιολόγησης, με εξαίρεση την Ελλάδα, η οποία αξιολογείται με Baa3.
Επίσης, αν και το χρέος αυτών των χωρών θα μειωθεί λιγότερο από ό,τι τα προηγούμενα χρόνια, τόσο η Κύπρος (A3 – σταθερό) όσο και η Ιρλανδία θα συνεχίσουν βελτίωση στους δείκτες χρέους τους, μετά την εφαρμογή σημαντικών μεταρρυθμίσεων τα τελευταία δέκα χρόνια.
Οι αρνητικοί καταλύτες
Στη μεγάλη εικόνα, η συνεχιζόμενη αβεβαιότητα γύρω από τις πολιτικές αλλαγές των ΗΠΑ (Aa1 – σταθερό), καθώς και οι ευρείες εσωτερικές και γεωπολιτικές εντάσεις, περιορίζουν τη δημοσιονομική ανάκαμψη σε παγκόσμιο επίπεδο, παρά την γενικά σταθερή ανάπτυξη και τη συγκρατημένη πληθωριστική πίεση.
Τα υψηλά επίπεδα χρέους αυξάνουν τις πιέσεις στην οικονομική προσβασιμότητα, ενώ τα άκαμπτα δημοσιονομικά όρια περιορίζουν την αποτελεσματικότητα των πολιτικών.
Επίσης, η πολιτική πόλωση και η κοινωνική αναταραχή πιέζουν τις κυβερνήσεις να επικεντρωθούν σε άμεσα ζητήματα, όπως η ανεργία και το κόστος ζωής. Η πόλωση περιορίζει επίσης τη δυνατότητα για πολιτική συναίνεση και θέτει σε δοκιμασία την αποτελεσματικότητα των θεσμών και των πολιτικών.
Παράλληλα, η παγκόσμια αβεβαιότητα σχετικά με την πολιτική των ΗΠΑ επιβραδύνει τις επενδύσεις και την κατανάλωση.
Αργή, αλλά σταθερή ανάπτυξη
Σε κάθε περίπτωση, η Moody’s βλέπει ότι η παγκόσμια οικονομία παραμένει ανθεκτική παρά την υψηλή αβεβαιότητα που τη χαρακτηρίζει. Ωστόσο, οι τρέχοντες ρυθμοί ανάπτυξης είναι χαμηλότεροι από αυτούς πριν την πανδημία και δεν είναι αρκετά ισχυροί για να υποστηρίξουν μια σημαντική δημοσιονομική ανάκαμψη.
Για το 2026, αναμένεται ότι οι δασμοί θα έχουν πιο εμφανή οικονομική επίδραση μέσω αλλαγών στις εμπορικές και παραγωγικές διαδρομές, καθώς και στους παγκόσμιους επενδυτικούς προσανατολισμούς.
Στις περισσότερες χώρες, η ανάπτυξη του ΑΕΠ θεωρείται πολύ χαμηλή για να ωφελήσει την πλειοψηφία του πληθυσμού και οι πραγματικές ή αντιληπτές ανισότητες παραμένουν εδραιωμένες. Λίγες κυβερνήσεις είναι σε θέση να ακολουθήσουν ενεργά μια αναπτυξιακή ατζέντα από δημοσιονομική σκοπιά, παρά τη συζήτηση περί ανάπτυξης και θέσεων εργασίας που κυριαρχεί σε πολλές πολιτικές συζητήσεις.
Επιφυλακτικότητα από τις Κεντρικές Τράπεζες
Παρά την επιφυλακτικότητα των Κεντρικών Τραπεζών, η νομισματική πολιτική αναμένεται να αποτελέσει ένα από τα κύρια εργαλεία για να αντιμετωπιστεί η οικονομική αδυναμία.
Οι κεντρικές τράπεζες στις αναδυόμενες οικονομίες, οι οποίες έχουν αποκτήσει πολύτιμη εμπειρία στην αντιμετώπιση διαφόρων τύπων κλυδωνισμών, όπως οι χρηματοοικονομικές κρίσεις και οι κλονισμοί των τιμών των εμπορευμάτων, είναι καλύτερα προετοιμασμένες για να αντιδράσουν στην τρέχουσα κατάσταση και να μετριάσουν την έκθεση των οικονομιών τους σε εξωτερικούς κλυδωνισμούς.
Παγκόσμια πρόβλεψη ανάπτυξης για το 2026
Σύμφωνα με την αναφορά της Moody’s για το Global Macro Outlook 2026-27, οι οικονομίες της G-20 αναμένεται να αναπτυχθούν κατά 2,5% το 2026, σύμφωνα με την πρόβλεψη για το 2025.
Στις ΗΠΑ, η ανάπτυξη θα επιβραδυνθεί στο 2% το 2025 και 1,8% το 2026, σε σχέση με το 2,8% του 2024, λόγω των δασμών και της συνεχιζόμενης αβεβαιότητας.
Στον Καναδά (Aaa σταθερό) και το Μεξικό (Baa2 αρνητικό), που πλήττονται από την αβεβαιότητα γύρω από τους δασμούς των ΗΠΑ, η ανάπτυξη θα ανακάμψει ελαφρώς από τα χαμηλά επίπεδα του 2025, αλλά θα παραμείνει κοντά στο 1% το 2026.
Η κινεζική ανάπτυξη (A1 αρνητικό) αναμένεται να επιβραδυνθεί στο 4,5% το 2026, από περίπου 5% το 2024 και το 2025. Αντίθετα, οι χώρες της Υποσαχάριας Αφρικής αναμένεται να ηγηθούν της παγκόσμιας ανάπτυξης, με τη μέση ανάπτυξη του ΑΕΠ να φτάνει το 4,6% το 2026.
Στις άλλες περιοχές του κόσμου, η ανάπτυξη θα παραμείνει κάτω από το 3,5%, με την περιοχή Ασίας-Ειρηνικού, την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη (CEE) και τις χώρες της Κοινοπολιτείας Ανεξαρτήτων Κρατών (CIS) να αναπτύσσονται με ρυθμούς πιο αργούς από την περίοδο 2015-2019, πριν την πανδημία.
Τι μπορεί να αλλάξει την προοπτική;
Η μείωση της πολιτικής αβεβαιότητας θα μπορούσε να ενισχύσει τις επενδύσεις και την οικονομική ανάπτυξη, σταθεροποιώντας τις προοπτικές. Ταχύτερες από τις αναμενόμενες αυξήσεις παραγωγικότητας λόγω της τεχνητής νοημοσύνης, ενισχύοντας την οικονομική δραστηριότητα, θα βοηθούσαν επίσης τις χώρες να ανακτήσουν τον χαμένο δημοσιονομικό χώρο.
Χαμηλότερα επιτόκια, τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα, θα προσέφεραν δημοσιονομική ανακούφιση, αλλά θα πρέπει να συνοδεύονται από πολιτικές που να αντιμετωπίζουν τις βαθιές οικονομικές και δημοσιονομικές δυσκολίες.

