Τα μέλη του OPEC+ συζητούν να προχωρήσουν στην τρίτη συνεχή αύξηση της παραγωγής πετρελαίου τον Ιούλιο, μια απόφαση που αναμένεται να ληφθεί στη συνεδρίαση της ομάδας την 1η Ιουνίου.
Μια αύξηση της παραγωγής κατά 411.000 βαρέλια την ημέρα για τον Ιούλιο – τριπλάσια ποσότητα από την αρχικά προγραμματισμένη – είναι μεταξύ των επιλογών που συζητούνται, αν και δεν έχει επιτευχθεί ακόμη τελική συμφωνία, σύμφωνα με πηγές του Bloomberg. Η είδηση προκάλεσε νέα βουτιά στις τιμές του πετρελαίου.
Το καρτέλ με επικεφαλής τη Σαουδική Αραβία έχει συμβάλει στη βύθιση των τιμών του αργού από τότε που ανακοίνωσε αυξήσεις στην παραγωγή κατά 411.000 βαρέλια για τον Μάιο και τον Ιούνιο – που αντιστοιχούν σε περίπου 1% της τρέχουσας παραγωγής του OPEC+. Πρόκειται για μια ιστορική «μεταστροφή» από την πολυετή πολιτική στήριξης των πετρελαϊκών αγορών. Το πετρέλαιο έκανε νέα βουτιά την Πέμπτη, σημειώνοντας πτώση 1,7% στα 63,81 δολάρια το βαρέλιστο Λονδίνο.
Παράλληλα με την έναρξη του εμπορικού πολέμου τον Απρίλιο, οι αιφνιδιαστικές αυξήσεις της προσφοράς από τον ΟΠΕΚ+ έπληξαν αρχικά βάναυσα τις τιμές του πετρελαίου, στέλνοντας το αργό σε χαμηλό τετραετίας κοντά στα 60 δολάρια το βαρέλι στο Λονδίνο. Τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης έχουν ανακάμψει έκτοτε, καθώς ο Λευκός Οίκος ανακάλεσε ορισμένους από τους δασμούς.
Πολλοί αναλυτές έχουν αναθεωρήσει πτωτικά τις προβλέψεις τους για την αγορά φέτος. Την περασμένη εβδομάδα, ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας προέβλεψε ότι η αύξηση της παγκόσμιας ζήτησης πετρελαίου θα επιβραδυνθεί κατά το υπόλοιπο του 2025 μετά από ένα ισχυρό πρώτο τρίμηνο λόγω των οικονομικών αντιξοοτήτων. Κατά συνέπεια, η Goldman Sachs Group Inc. προέβλεψε ότι ο Οργανισμός Πετρελαιοεξαγωγικών Χωρών και οι εταίροι του φρενάρουν τις περαιτέρω αυξήσεις μετά τη συμφωνία για την αύξηση του Ιουλίου.
Οκτώ βασικές χώρες του ΟΠΕΚ+ θα πραγματοποιήσουν βιντεοδιάσκεψη την 1η Ιουνίου για να συμφωνήσουν τα επίπεδα παραγωγής του Ιουλίου. Η πλήρης συμμαχία των 22 χωρών θα πραγματοποιήσει επίσης μια σειρά εικονικών συνεδριάσεων στις 28 Μαΐου, όπου θα έχει την ευκαιρία να επανεξετάσει τις υποκείμενες ποσοστώσεις παραγωγής για το 2025 και το 2026.