Οι διεθνείς τιμές του αργού πετρελαίου κινήθηκαν ανοδικά την Παρασκευή, καθώς οι συνεχιζόμενες επιθέσεις της Ουκρανίας με drones σε υποδομές ενέργειας της Ρωσίας περιόρισαν τις εξαγωγές καυσίμων της χώρας.
Τα συμβόλαια Brent έκλεισαν με άνοδο 1,02%, στα 70,13 δολάρια το βαρέλι, ενώ το αμερικανικό WTI ενισχύθηκε κατά 1,14%, στα 65,72 δολάρια. «Η αγορά παραμένει στραμμένη στη σύγκρουση Ρωσίας–Ουκρανίας. Οι επιθέσεις αρχίζουν να συσσωρεύουν επιπτώσεις», τόνισε ο John Kilduff της Again Capital.
Σε επίπεδα εβδομάδας οι τιμές Brent και WTI σημείωσαν άνοδο άνω του 4%, καταγράφοντας το μεγαλύτερο εβδομαδιαίο κέρδος από τον Ιούνιο
Η Μόσχα ανακοίνωσε μερική απαγόρευση στις εξαγωγές ντίζελ μέχρι το τέλος του έτους, ενώ παρατείνεται και το ισχύον μπαν στις εξαγωγές βενζίνης. Η μείωση της διυλιστικής ικανότητας έχει οδηγήσει σε ελλείψεις καυσίμων σε αρκετές ρωσικές περιφέρειες.
Ο Andrew Lipow της Lipow Oil Associates επεσήμανε ότι και η πίεση της κυβέρνησης Τραμπ προς συμμάχους των ΗΠΑ να μειώσουν τις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου στηρίζει την αγορά. «Ίσως δούμε την Ινδία και την Τουρκία να περιορίζουν τις εισαγωγές τους», είπε.
Οι εντάσεις ενισχύθηκαν περαιτέρω μετά την προειδοποίηση του ΝΑΤΟ ότι θα αντιδράσει σε νέες παραβιάσεις εναέριου χώρου κρατών-μελών, εξέλιξη που αυξάνει τα σενάρια για νέες κυρώσεις στη ρωσική πετρελαϊκή βιομηχανία, σύμφωνα με τον αναλυτή της ANZ, Daniel Hynes.
Στο μέτωπο της προσφοράς, το Ιράκ ανακοίνωσε την επανέναρξη εξαγωγών αργού από την ημιαυτόνομη περιοχή του Κουρδιστάν μέσω τουρκικού αγωγού στο Τσεϊχάν. «Η αγορά θα παρακολουθήσει στενά την κουρδική παραγωγή», πρόσθεσε ο Lipow.
Στην πλευρά της ζήτησης, το αμερικανικό ΑΕΠ αυξήθηκε με αναθεωρημένο ρυθμό 3,8% το προηγούμενο τρίμηνο, ενισχύοντας τις προοπτικές κατανάλωσης. «Αν μειωθούν οι ρωσικές ροές προς Κίνα και Ινδία, οι χώρες αυτές θα στραφούν σε άλλες πηγές», σημείωσε ο Kilduff, προσθέτοντας ότι η χαλάρωση της Fed στη νομισματική πολιτική θα συμβάλει επίσης στη ζήτηση. Ωστόσο, η ισχυρή εικόνα της αμερικανικής οικονομίας μπορεί να οδηγήσει τη Fed σε πιο προσεκτική στάση ως προς νέες μειώσεις επιτοκίων, μετά την πρώτη μείωση κατά 25 μονάδες βάσης από τον Δεκέμβριο.