Ο Σεμπαστιάν Λεκορνί υποτίθεται ότι ήταν ο «τελευταίας άνθρωπος» του Εμανουέλ Μακρόν για να κρατήσει την προεδρία του στις ράγες μέχρι το 2027. Αντί γι’ αυτό, κατέληξε να ενσαρκώνει μια αποτυχημένη στρατηγική. Ό,τι κι αν συμβεί μετά την παραίτησή του από τη θέση του πρωθυπουργού, οι πρόωρες βουλευτικές εκλογές φαίνεται πλέον να είναι η μόνη διέξοδος από μια πολιτική κρίση που απειλεί να επεκταθεί και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Η κατάσταση ήδη έμοιαζε εξαιρετικά εύθραυστη όταν ο Μακρόν επέλεξε τον Λεκορνί για να υπηρετήσει ως ο πέμπτος πρωθυπουργός του μέσα σε δύο χρόνια.
Χωρίς προϋπολογισμό και χωρίς κοινοβουλευτική πλειοψηφία, η ελπίδα του Λεκορνί ήταν να εξασφαλίσει νέες παραχωρήσεις ώστε να κρατήσει την Αριστερά στο πλευρό του - όπως μια δέσμευση για υψηλότερη φορολόγηση των πλουσίων και λιγότερη χρήση προεδρικών διαταγμάτων. Το δεύτερο αποτελεί σημείο τριβής για όσους ήταν αντίθετοι στην αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης που επέβαλε ο Μακρόν το 2023, ενώ το πρώτο θεωρείται τρόπος για να εξασφαλιστεί ευρύτερη υποστήριξη στην αντιδημοφιλή προσπάθεια περιορισμού του δημοσιονομικού ελλείμματος, που αγγίζει το 6% του ΑΕΠ.

Αλλά ακόμη κι αυτό αποδείχθηκε υπερβολικά αισιόδοξο σε μια χώρα όπου πλέον τις αποφάσεις καθορίζουν τα κόμματα της αντιπολίτευσης, τα οποία διψούν να κερδίσουν τις προεδρικές εκλογές του 2027. Δεν είχε καλά-καλά παρουσιάσει ο Λεκορνί το πλήρες υπουργικό του συμβούλιο μέσα στο Σαββατοκύριακο και η παράσταση τελείωσε.
Η απόφασή του να αναθέσει σε στενούς συμμάχους του Μακρόν, όπως ο Ρολάν Λεσκίρ και ο Μπρινό Λε Μερ, μερικά από τα πιο σημαντικά υπουργεία ήταν ένα μνημειώδες σφάλμα - παρόμοιο με τη διάλυση της Βουλής από τον ίδιο τον πρόεδρο έναν χρόνο νωρίτερα. Οι αντιδράσεις ήταν καθολικές, ακόμη και από τους κεντροδεξιούς συμμάχους του Λεκορνί, που έφτασαν κοντά στην αποχώρηση.
Καλύτερα λοιπόν να παραιτηθείς παρά να σε αποπέμψουν, είναι η λογική που επικρατεί στην πολιτική, όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει το Bloomberg.
Η επόμενη κίνηση
Ο Μακρόν παραμένει επισήμως ο «σκηνοθέτης» των εξελίξεων και είναι απίθανο να παραιτηθεί. Αλλά ποιος τον ακούει πια; Το να τραβήξει έναν ακόμα άνθρωπο «τελευταίας ευκαιρίας» από το καπέλο για να σχηματίσει κυβέρνηση θα θεωρηθεί άλλη μια πρόκληση από έναν πρόεδρο που δεν ήταν ποτέ πιο αντιδημοφιλής, επισημαίνει ανάλυση του Bloomberg.

«Το να χάσεις έναν πρωθυπουργό είναι ατυχία, αλλά το να χάσεις τέσσερις μοιάζει με σοβαρή κρίση», έγραψε επίσης στο Bloomberg ο Κρις Μπόουτσαμπ, επικεφαλής αναλυτής αγορών της IG Group. «Η πραγματική ανησυχία είναι ότι η διαδοχή πρωθυπουργών που αδυνατούν να κυβερνήσουν θα μπορούσε κάποια στιγμή να οδηγήσει στην παραίτηση του Μακρόν, γεγονός που θα ενίσχυε σημαντικά την κρίση».
Η πιο πιθανή κατάληξη είναι η δεύτερη πρόωρη εκλογική αναμέτρηση μέσα σε δύο χρόνια, με όλη την αβεβαιότητα που αυτή συνεπάγεται σε μια διχασμένη χώρα, όπου οι νέοι εργαζόμενοι στα αστικά κέντρα δεν ταυτίζονται πλέον με το πολιτικό κέντρο.
Ο ξεκάθαρος κίνδυνος είναι ότι το ακροδεξιό κόμμα της Μαρίν Λεπέν, Εθνικός Συναγερμός, θα τα πάει ακόμη καλύτερα αυτή τη φορά σε σχέση με το 2024, καθώς όλο και περισσότεροι ψηφοφόροι δηλώνουν ότι προτιμούν να μπλοκάρουν την άκρα Aριστερά παρά την άκρα δεξιά. Ακόμα και το Νο. 2 του κόμματος, ο Ζορντάν Μπαρντελά, προηγείται στις δημοσκοπήσεις του πρώτου γύρου των προεδρικών εκλογών με περίπου 30%.
Ίσως αυτό να μην αρκεί για κοινοβουλευτική πλειοψηφία, αλλά είναι δύσκολο να δει κανείς ποιες εναλλακτικές απομένουν.
Καθεστώς «κουτσής πάπιας»
Παρά την τελευταία αναστάτωση στις αγορές, πρόκειται πρωτίστως για πολιτική κρίση. Το spread μεταξύ των γαλλικών και γερμανικών ομολόγων δεν έχει επιστρέψει ακόμα στα επίπεδα του τέλους του περασμένου έτους, όταν η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της Eυρωζώνης δεν είχε ούτε κυβέρνηση ούτε προϋπολογισμό, ενώ ο δείκτης CAC 40 των γαλλικών blue chips απώλεσε λίγο περισσότερο από μία ποσοστιαία μονάδα.
Η Γαλλία εξακολουθεί να έχει κάποια πλεονεκτήματα, παρά τα ερείπια της πολιτικής της: ικανούς μηχανικούς, πολύτιμες νεοφυείς επιχειρήσεις τεχνητής νοημοσύνης και ένα ενεργειακό δίκτυο όπου κυριαρχεί η πυρηνική ενέργεια.
Αλλά με κάθε στραβοπάτημα στον δρόμο προς το 2027, το καθεστώς «κουτσής πάπιας» του Μακρόν μοιάζει όλο και περισσότερο με «εύκολο στόχο», υπογραμμίζει το Bloomberg. Οι βασικοί πυλώνες της μεταρρυθμιστικής του ατζέντας καταρρέουν, όπως η ευνοϊκή φορολογία και οι φιλεργατικές πολιτικές που τον είχαν κάνει αγαπητό στην επιχειρηματική ελίτ.
Ελάχιστοι προφανείς διάδοχοι έχουν εμφανιστεί και κανείς δεν φαίνεται να έχει βρει τη μαγική συνταγή για να αντιμετωπίσει την άνοδο της ακροδεξιάς. Και μια Γαλλία που αποστρέφεται τον έξω κόσμο θα ήταν ένα δυσοίωνο σενάριο, δεδομένων των τεράστιων οικονομικών και γεωπολιτικών προκλήσεων που έχει μπροστά της η Ευρώπη, χωρίς να αναφερθούν και οι επικείμενες υποβαθμίσεις του κρατικού χρέους από τους οίκους αξιολόγησης.

Οι Ρεπουμπλικάνοι, το σημείο χωρίς επιστροφή
Ο Λεκορνί έστειλε ένα έμμεσο αλλά ξεκάθαρο μήνυμα προς τους συντηρητικούς Ρεπουμπλικάνους, λέγοντας ότι «πρέπει πάντα να βάζεις τη χώρα πάνω από το κόμμα σου».
Για πρώτη φορά στην ιστορία της Πέμπτης Δημοκρατίας, ένας πρωθυπουργός δεν πρόλαβε να παρουσιάσει το κυβερνητικό του πρόγραμμα ενώπιον της Εθνοσυνέλευσης. Με το που διορίστηκε, η κυβέρνησή του μετατράπηκε αμέσως σε μεταβατική, με περιορισμένες αρμοδιότητες.
Το σημείο χωρίς επιστροφή για τον Λεκορνί ήρθε το βράδυ της Κυριακής, όταν ο ηγέτης των Ρεπουμπλικάνων, Μπρουνό Ρεταγιό, ηγήθηκε εσωκομματικής ανταρσίας κατά μιας κυβέρνησης με κυρίαρχους μακρονικούς.
«Η σύνθεση της κυβέρνησης δεν αντικατοπτρίζει τη ρήξη που είχε υποσχεθεί», δήλωσε ο Ρεταγιό στην πλατφόρμα X, πυροδοτώντας μια πρωτοφανή κρίση. Η οργή στο εσωτερικό του κόμματός του επικεντρώθηκε στον αιφνιδιαστικό διορισμό του πρώην υπουργού Οικονομικών, Μπρινό Λε Μερ (2017–2024), στο υπουργείο Άμυνας. Για τους Ρεπουμπλικάνους και μεγάλο μέρος της πολιτικής τάξης, η επιστροφή του στην κυβέρνηση θεωρήθηκε προσβολή. Ο Λε Μερ κατηγορήθηκε ως σύμβολο της δημοσιονομικής αποτυχίας και της ανακύκλωσης πολιτικών προσώπων που ο κόσμος έχει απορρίψει.
Σαν ντόμινο, τα κόμματα της κυβερνητικής συμμαχίας άρχισαν να εκφράζουν τις επιφυλάξεις τους. Η αποκάλυψη της σύνθεσης της κυβέρνησης προκάλεσε οργή, καθώς θεωρήθηκε ότι ευνοούσε υπερβολικά το προεδρικό κόμμα εις βάρος των συμμάχων του.
Τρία πιθανά σενάρια εξόδου από την κρίση
Πίσω από τις θεαματικές κινήσεις και τις απειλές αποχώρησης από τη συμμαχία, αποκαλύφθηκε μια σκληρή πραγματικότητα: η «πολύ σχετική» πλειοψηφία που κυβερνούσε μετά την αποτυχημένη διάλυση του 2024, είχε αποσαθρωθεί. Η σύντομη θητεία του Λεκορνί έδειξε καθαρά ότι η προσέγγισή του απέτυχε. Με τις προσδοκίες για «ρήξη» τόσο στο ύφος όσο και στην ουσία, ο Λεκορνί δεν κατάφερε να ανταποκριθεί ούτε στις εσωτερικές απαιτήσεις ούτε στις ελπίδες της αντιπολίτευσης.

Ακόμα και η απόφασή του να αποκηρύξει τη χρήση του Άρθρου 49.3 του Συντάγματος, που επιτρέπει την ψήφιση νόμων χωρίς κοινοβουλευτική έγκριση, δεν αρκούσε για να αποκαταστήσει την ήδη διαρρηγμένη εμπιστοσύνη μεταξύ των κομμάτων και της εκτελεστικής εξουσίας. Όπως και οι προκάτοχοί του, ο Λεκορνί απέτυχε να ενώσει το πολιτικό του στρατόπεδο, να εξασφαλίσει συμφωνίες για τον προϋπολογισμό με τους Σοσιαλιστές ή να αποδεσμευτεί από την επιρροή του Μακρόν.
Ο πρόεδρος πλέον βρίσκεται αντιμέτωπος με τρεις πιθανούς δρόμους για την έξοδο από την κρίση: να διορίσει νέο πρωθυπυοργό, αλλά είναι όλο και πιο δύσκολο να σχηματιστεί πλειοψηφία είτε με την αριστερά είτε με την ακροδεξιά, να διαλύσει τη Βουλή, καθώς από τον Ιούλιο ο Μακρόν έχει ανακτήσει τη δυνατότητα αυτή ή να παραιτηθεί ο ίδιος, ένα ενδεχόμενο που ο ίδιος αποστρέφεται, αλλά το οποίο τείνει να κυριαρχήσει στον δημόσιο διάλογο.
Η σιωπή του Μακρόν από την πτώση του Μπαϊρού και μετά έχει αφήσει το στρατόπεδό του σε αγωνία και εκνευρισμό. Ο ίδιος βρίσκεται πλέον μόνος στην πρώτη γραμμή, αντιμέτωπος με αιτήματα για παραίτηση και πιέσεις για νέα διάλυση της Εθνοσυνέλευσης.