Η DBRS κράτησε αμετάβλητη την πιστοληπτική βαθμολογία της Ελλάδας, στο «BBB» με σταθερές προοπτικές (trend) σε συνέχεια των κινήσεων του διεθνούς οίκου αξιολόγησης νωρίτερα το 2025, όταν είχε αναβαθμίσει τη χώρα στο τρέχον επίπεδο, αναγνωρίζοντας ωστόσο τις βελτιώσεις που έχουν καταγραφεί στον τραπεζικό τομέα και στα δημοσιονομικά μεγέθη.
Η απόφαση αντανακλά την προσέγγιση «βλέπουμε πρόοδο, αλλά απαιτείται επιμονή» του καναδικού οίκου. Ενώ η Ελλάδα σημειώνει θετικά βήματα, η DBRS επιμένει ότι παραμένουν δομικοί κίνδυνοι που απαιτούν συνεχή παρακολούθηση.
Υπενθυμίζεται ότι στην τελευταία αξιολόγηση του, τον περασμένο Μάρτιο, ο οίκος είχε αναβαθμίσει το ελληνικό αξιόχρεο σε «BBB» από «BBB (low)», ήτοι μια βαθμίδα υψηλότερα εντός της επενδυτικής βαθμίδας.
Στο σημερινό report, η DBRS αναφέρει ότι οι πρόσφατες επιδόσεις (π.χ. βελτίωση δεικτών κεφαλαιακής επάρκειας τραπεζών, πρωτογενή πλεονάσματα) είναι ενθαρρυντικές αλλά όχι ακόμη τόσο μόνιμες ώστε να δικαιολογούν περαιτέρω αναβάθμιση. Οι προκλήσεις περιλαμβάνουν την παραμονή υψηλού αποθέματος δημόσιου χρέους και την ευαισθησία σε εξωτερικά σοκ, καθώς και την ανάγκη συνέχισης μεταρρυθμίσεων που αυξάνουν την παραγωγικότητα.
Το σκεπτικό
Η σταθερή προοπτική αντικατοπτρίζει την άποψη της Morningstar DBRS ότι οι βραχυπρόθεσμοι κίνδυνοι για την πιστοληπτική ικανότητα είναι ισορροπημένοι. Η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε κατά 2,3% το 2024, επίδοση σημαντικά υψηλότερη από τον μέσο όρο ανάπτυξης 0,9% για το σύνολο της ευρωζώνης.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει παρόμοια επέκταση για την Ελλάδα και το τρέχον έτος. Η ισχυρή εγχώρια ζήτηση υπήρξε ο κύριος μοχλός ανάπτυξης του ελληνικού ΑΕΠ, κυρίως χάρη στη θετική πορεία της απασχόλησης και στις επενδύσεις που χρηματοδοτούνται από την ΕΕ. Η δυναμική οικονομική ανάπτυξη, σε συνδυασμό με τα διαρκή πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα, οδήγησε σε σταδιακή μείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ.
Η ΕΕ αναμένει ότι το δημόσιο χρέος θα μειωθεί στο 141% του ΑΕΠ έως το 2026, από 164% που καταγράφηκε το 2023. Ωστόσο, όπως συμβαίνει και με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές οικονομίες, η πορεία της Ελλάδας εξαρτάται εν μέρει από εξωτερικούς κινδύνους. Οποιαδήποτε περαιτέρω επιδείνωση στο γεωπολιτικό περιβάλλον ή στο παγκόσμιο εμπόριο, που θα αποδυνάμωνε τη διεθνή ζήτηση, αναπόφευκτα θα επηρέαζε τις ελληνικές εξαγωγές και την οικονομία συνολικά.
Η πιστοληπτική αξιολόγηση BBB της Ελλάδας στηρίζεται στο αξιόπιστο θεσμικό πλαίσιο της χώρας και στη συμμετοχή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τηνΕευρωζώνη. Διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις έχουν υλοποιήσει σημαντικές μεταρρυθμίσεις που ενίσχυσαν τη διακυβέρνηση, βελτίωσαν το επιχειρηματικό περιβάλλον και στήριξαν τη βιωσιμότητα του χρέους. Η ισχυρή πολιτική δέσμευση όλων των μεγάλων κομμάτων για συνετή δημοσιονομική πολιτική ενισχύει περαιτέρω την πιστοληπτική εικόνα της χώρας.
Το ΔΝΤ προβλέπει ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα διαμορφώνεται κατά μέσο όρο στο 2,4% του ΑΕΠ μέχρι το τέλος της δεκαετίας, ενώ ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ θα μειωθεί στο 125% έως το 2030. Παρά ταύτα, οι αξιολογήσεις της Ελλάδας εξακολουθούν να περιορίζονται από το υψηλό επίπεδο δημόσιου χρέους, το μικρό μέγεθος της οικονομίας και το διαχρονικά μεγάλο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών.
Παράγοντες-κλειδί
Η Morningstar DBRS θα μπορούσε να αναβαθμίσει την πιστοληπτική αξιολόγηση αν συμβεί ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα: (1) περαιτέρω ουσιαστική μείωση του λόγου δημόσιου χρέους, υποστηριζόμενη από διατηρήσιμα πρωτογενή πλεονάσματα· ή (2) συνεχής εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν τις επενδύσεις και βελτιώνουν τις μακροπρόθεσμες αναπτυξιακές προοπτικές.
Αντίθετα, η Morningstar DBRS θα μπορούσε να υποβαθμίσει την πιστοληπτική αξιολόγηση αν συμβεί ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα: (1) παρατεταμένη αποδυνάμωση της δημοσιονομικής πειθαρχίας ή υλοποίηση ενδεχόμενων υποχρεώσεων που οδηγούν σε σταθερά ανοδική πορεία του δημόσιου χρέους· (2) ανατροπή δομικών μεταρρυθμίσεων· ή (3) σημαντική επιδείνωση της εξωτερικής θέσης της Ελλάδας.
Αιτιολόγηση αξιολόγησης
Η οικονομική επίδοση αναμένεται να παραμείνει ισχυρή κατά την περίοδο πρόβλεψης. Το πραγματικό ΑΕΠ της Ελλάδας αυξήθηκε κατά 2,3% το 2023 και το 2024, και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένει παρόμοια αποτελέσματα τα επόμενα δύο χρόνια. Η δυναμική της ελληνικής οικονομίας τροφοδοτείται σε μεγάλο βαθμό από την ιδιωτική κατανάλωση και τις επενδύσεις.
Η απασχόληση αυξάνεται σταθερά, ενώ το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε στο 8,0% τον Ιούλιο του 2025, από 9,8% έναν χρόνο νωρίτερα. Η ενισχυμένη εγχώρια ζήτηση, η εξυγίανση του τραπεζικού τομέα και η αποτελεσματική εφαρμογή του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRP) στηρίζουν τον σχηματισμό κεφαλαίου.
Η χώρα κατατάσσεται μεταξύ των κορυφαίων επιδόσεων στην ΕΕ όσον αφορά την επίτευξη βασικών οροσήμων του RRP και την απορρόφηση των σχετικών πόρων – συνολικού ύψους 36,6 δισ. ευρώ (16% του ΑΕΠ) σε επιχορηγήσεις και δάνεια. Πολλές μεταρρυθμίσεις που υλοποιήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια ενίσχυσαν την ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας, ενώ η επιτυχής εφαρμογή του RRP θα βοηθήσει τη χώρα να βελτιώσει τις αναπτυξιακές της προοπτικές. Αυτοί οι παράγοντες εξηγούν τη θετική ποιοτική προσαρμογή στην αξιολόγηση του σκέλους «Οικονομική Δομή και Επίδοση».
Οι κίνδυνοι καθοδικής πορείας για τις οικονομικές προοπτικές της Ελλάδας εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από εξωτερικές εξελίξεις. Αυτές περιλαμβάνουν τα ακραία καιρικά φαινόμενα, γεωπολιτικές συγκρούσεις και μια προστατευτική παγκόσμια εμπορική πολιτική.
Αν και η Ελλάδα έχει περιορισμένη άμεση έκθεση στις εξαγωγές προς τις ΗΠΑ, η αύξηση των διασυνοριακών δασμών αναμένεται να επηρεάσει αρνητικά τη δραστηριότητα σε όλη την Ευρώπη, με έμμεσες επιπτώσεις και στη μικρή και ανοιχτή ελληνική οικονομία.
Πρόσθετες αναταράξεις στο εμπόριο θα έπλητταν τις εξαγωγικές βιομηχανίες της Ελλάδας, ενώ μια νέα ταχεία άνοδος στις τιμές ενέργειας ή άλλων βασικών εμπορευμάτων θα δημιουργούσε πρόσθετες πληθωριστικές πιέσεις. Ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή στην Ελλάδα αυξήθηκε κατά 3,7% σε ετήσια βάση τον Ιούλιο του 2025.
Ο πληθωρισμός βρίσκεται σε ανοδική τάση τους τελευταίους μήνες, κυρίως λόγω αυξήσεων στο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας και υπηρεσιών. Αυτοί οι παράγοντες αναμένεται να επιμείνουν, και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει ότι ο πληθωρισμός θα παραμείνει πάνω από τον στόχο του 2% καθ’ όλη την περίοδο πρόβλεψης.
Η Ελλάδα έχει μεγάλο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών και υψηλές εξωτερικές υποχρεώσεις. Το μεγάλο εμπορικό έλλειμμα της Ελλάδας και η ιδιαίτερα αρνητική Καθαρή Διεθνής Επενδυτική Θέση (NIIP) επιβαρύνουν την εξωτερική της θέση. Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών διαμορφώθηκε στο -6,9% του ΑΕΠ το 2024, ενώ η NIIP στο -130,4% του ΑΕΠ, σύμφωνα με το ΔΝΤ.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει ότι το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο στο 8,1% τα επόμενα δύο χρόνια, υποδεικνύοντας σημαντική αποταμίευση με αρνητικό πρόσημο για την ελληνική οικονομία και υψηλή συγκέντρωση εισαγωγών στις επενδύσεις.
Παρά τις μεγάλες εξωτερικές ανισορροπίες, η Morningstar DBRS θεωρεί ότι η εξωτερική θέση της Ελλάδας είναι πιο ανθεκτική σήμερα σε σχέση με το παρελθόν. Η χώρα έχει βελτιώσει την εξωτερική της ανταγωνιστικότητα, έχει γίνει πιο ανοιχτή οικονομία και οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών ως ποσοστό του ΑΕΠ έχουν διπλασιαστεί από το 2010.
Επιπλέον, οι εισροές ξένων άμεσων επενδύσεων και οι πόροι της ΕΕ συμβάλλουν στη μείωση των κινδύνων χρηματοδότησης που συνδέονται με τα υψηλά ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών. Αναμένεται μεσοπρόθεσμη συρρίκνωση του εμπορικού ελλείμματος, καθώς θα αυξάνεται η εξαγωγική ικανότητα της χώρας και θα ενισχύεται η εγχώρια παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας. Το ΔΝΤ προβλέπει ότι το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών θα μειωθεί στο 4,1% έως το 2029.
Αν και η αρνητική NIIP παραμένει υψηλή, έχει βελτιωθεί κατά περισσότερο από 30 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ από το 2020. Ένα μεγάλο τμήμα των εξωτερικών υποχρεώσεων αφορά δημόσιο χρέος προς επίσημους πιστωτές, με χαμηλά επιτόκια και μεγάλες διάρκειες αποπληρωμής. Αυτοί οι παράγοντες εξηγούν τη θετική ποιοτική προσαρμογή στην αξιολόγηση του σκέλους «Ισοζύγιο Πληρωμών».
Οι επόμενοι σταθμοί
Το πρόγραμμα αξιολογήσεων της ελληνικής οικονομίας για το υπόλοιπο του 2025 έχει ως εξής:
Moody’s – 19 Σεπτεμβρίου
Standard and Poor’s – 17 Οκτωβρίου
Scope Ratings – 7 Νοεμβρίου
Fitch Ratings – 14 Νοεμβρίου