Η πρόωρη αποπληρωμή του χρέους παραμένει και το 2026 βασικός άξονας της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης, όπως προκύπτει από προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού που κατατέθηκε στη Βουλή από το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.
Η πολιτική πρόωρων αποπληρωμών χρέους, και συγκεκριμένα των δανείων που προέρχονται από τον επίσημο τομέα, δηλαδή των διμερών δανείων με τις χώρες της Ευρωζώνης, θα συνεχιστεί μέσα από νέες εκδόσεις, διαχείριση των υφιστάμενων θέσεων του ελληνικού χαρτοφυλακίου δημοσίου χρέους και χρήση μέρους των ταμειακών διαθεσίμων.
Κύριος στόχος της κυβέρνησης είναι η αποπληρωμή των εν λόγω διμερών δανείων μία δεκαετία νωρίτερα από την τελική ημερομηνία λήξης τους, ήτοι το αργότερο έως το 2031, ούτως ώστε το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης να μειωθεί τόσο ως απόλυτο μέγεθος όσο και ως ποσοστό του ΑΕΠ.

Υπενθυμίζεται ότι το ελληνικό Δημόσιο έχει ήδη προχωρήσει σε πρόωρες αποπληρωμές για λήξεις από το 2026 έως το 2028, ενώ πλέον προχωρά σε προεξόφληση λήξεων για το διάστημα από το 2033 έως και το 2041. Συγκεκριμένα, έχουν προηγηθεί οι αποπληρωμές δανείων ύψους 7,94 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο 2024, 5,29 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο 2023 και 2,65 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο 2022, ενώ φέτος τον Δεκέμβριο αναμένεται νέα πρόωρη αποπληρωμή των ευρωπαϊκών δανείων του GLF, για δάνεια που λήγουν το διάστημα 2033 - 2041, συνολικού ύψους 5,29 δισ. ευρώ.

Ως αποτέλεσμα των προπληρωμών που προηγήθηκαν, αλλά και των υψηλών ταμειακών διαθεσίμων του Δημοσίου, η δανειακή στρατηγική για το επόμενο έτος αναμένεται να είναι και πάλι περιορισμένη, όπως διευκρινίζεται. Συγκεκριμένα, οι βασικοί στόχοι θα είναι να διατηρηθεί η εκδοτική παρουσία της Ελλάδας στις διεθνείς αγορές, η παροχή εκδόσεων υψηλής ρευστότητας, η μείωση του κόστους δανεισμού και, γενικότερα, η ενίσχυση του προφίλ του Ελληνικού Δημοσίου.
Το ύψος των νέων εκδόσεων για το 2026, όπως ανέφεραν πρόσφατα Έλληνες αξιωματούχοι, αναμένεται να κινηθεί στα επίπεδα των 8-9 δισ. ευρώ.
Παράλληλα με τις πρόωρες αποπληρωμές που «ελαφραίνουν» το ελληνικό χρέος από δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου, όπως του GLF, η κυβέρνηση έχει θέσει ως μεσοπρόθεσμο στόχο να κρατηθεί σταθερό το ποσοστό του χρέους που βαρύνεται με σταθερό επιτόκιο.
Η αποκλιμάκωση του χρέους
Φέτος το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί σε 362,8 δισ. ευρώ ή 145,4% ως ποσοστό του ΑΕΠ, από 364,88 δισ. ευρώ (153,6% του ΑΕΠ) το 2024, παρουσιάζοντας μείωση κατά 8,2 ποσοστιαίες μονάδες.
Για το 2026 ο στόχος είναι να μειωθεί το χρέος στα 359 δισ. ευρώ ή στο 137,6% του ΑΕΠ, με περαιτέρω μείωση κατά 7,8 ποσοστιαίες μονάδες έναντι του 2025.
Το χρέος της Κεντρικής Διοίκησης εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί σε 398,400 δισ. ευρώ ή 159,6% του ΑΕΠ στο τέλος του 2025, από 403,86 δισ. ευρώ (170,0% του ΑΕΠ) το 2024, παρουσιάζοντας μείωση 10,4 μονάδων.
Για το 2026 το ύψος του χρέους της Κεντρικής Διοίκησης προβλέπεται ότι θα διαμορφωθεί σε 394,600 δισ. ευρώ, να υποχωρήσει δηλαδή στο 151,2% του ΑΕΠ, μειωμένο κατά 8,4 ποσοστιαίες μονάδες έναντι του 2025.
Τι πληρώνουμε σε τόκους
Για τα έτη 2025 και 2026, σε επίπεδο Γενικής Κυβέρνησης, οι δαπάνες για τόκους αναμένεται να διαμορφωθούν κοντά στα επίπεδα των 5 δισ. ευρώ κατ’ έτος, ενώ σε επίπεδο Κεντρικής Διοίκησης οι τόκοι αναμένεται να διαμορφωθούν σε 7,42 και 7,25 δισ. ευρώ αντίστοιχα, ήτοι 2,8%-3,0% του ΑΕΠ.
Οι μειωμένες δαπάνες τόκων τα τελευταία χρόνια οφείλονται στη μείωση του ύψους του δημόσιου χρέους μετά την ανταλλαγή των ομολόγων (PSI) του Μαρτίου 2012 και την επαναγορά του Δεκεμβρίου 2012, στη μείωση των επιτοκίων των δανείων του Μηχανισμού Στήριξης και την αναβολή καταβολής τόκων για τα δάνεια που χορηγήθηκαν από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΕΤΧΣ) καθώς επίσης και στις συμφωνίες ανταλλαγής επιτοκίων.