Ο διευθύνων σύμβουλος της OpenAI, Σαμ Άλτμαν, εξέφρασε σοβαρούς προβληματισμούς για τη συναισθηματική εξάρτηση που αναπτύσσουν ορισμένοι χρήστες από το ChatGPT, παρομοιάζοντας τη σχέση τους με εκείνη ενός ατόμου προς έναν προσωπικό ψυχολόγο ή σύμβουλο.
Σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα X (Twitter), ο Άλτμαν επισήμανε ότι η εταιρεία παρακολουθεί προσεκτικά την ψυχολογική σύνδεση που δημιουργείται με τα μοντέλα τεχνητής νοημοσύνης, ιδίως σε περιπτώσεις όπου παλαιότερες εκδόσεις αποσύρονται ή παύουν να υποστηρίζονται.
Ο Άλτμαν τόνισε ότι, ενώ η πλειοψηφία των χρηστών κατανοεί τη διαφορά ανάμεσα στην πραγματικότητα και το role-playing, υπάρχει μια μικρή αλλά ευάλωτη ομάδα που δεν μπορεί να κάνει αυτή τη διάκριση. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η υπερβολική εμπιστοσύνη στην τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες, απομακρύνοντας το άτομο από τη μακροπρόθεσμη ψυχική ευημερία. Ο CEO της OpenAI αναφέρθηκε και στην αντίδραση μέρους των χρηστών μετά την κυκλοφορία του GPT-5 την περασμένη Παρασκευή. Πολλοί εξέφρασαν την προτίμησή τους σε προηγούμενα μοντέλα, όπως το GPT-4o, υποστηρίζοντας ότι το νέο μοντέλο παράγει πιο «άχρωμες» και λιγότερο δημιουργικές απαντήσεις.
Οι εκκλήσεις για επιστροφή σε παλαιότερες εκδόσεις ανέδειξαν τη συναισθηματική σύνδεση που έχουν αναπτύξει αρκετοί χρήστες με τα συγκεκριμένα συστήματα. Επιπλέον, ο Άλτμαν επανέλαβε προηγούμενους προβληματισμούς του για τις νομικές επιπλοκές που μπορεί να προκύψουν από τη χρήση του ChatGPT ως ψηφιακού θεραπευτή.
Όπως αποκάλυψε σε πρόσφατη συνέντευξή του σε podcast, η OpenAI ενδέχεται να αναγκαστεί να παραδώσει περιεχόμενο ευαίσθητων συνομιλιών σε δικαστικές αρχές, εφόσον αυτές σχετίζονται με ενεργές υποθέσεις. Κατά τον ίδιο, πριν από έναν χρόνο κανείς δεν φανταζόταν τέτοια εξέλιξη, όμως πλέον το ζήτημα αυτό έχει αναδειχθεί σε καίριο θέμα για την εταιρεία.