Στη διατήρηση των πρωτογενών πλεονασμάτων, στην αυστηρή προσήλωση στη δημοσιονομική σταθερότητα, στην πρόοδο στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και την αποτελεσματική αξιοποίηση των επενδύσεων του NGEU, που αναμένεται να στηρίξουν ανάπτυξη κοντά στο 2%, θα εστιάσουν το 2026 οι αναλυτές της Scope για την Ελλάδα, σύμφωνα με το Sovereign Outlook 2026 που δημοσιοποίησαν.
Παράλληλα, θα παρακολουθούνται στενά οι εξελίξεις στο εξωτερικό ισοζύγιο και στον τραπεζικό τομέα, όπου συνεχίζεται η μείωση των κινδύνων που συνδέονται με παλαιά ιδιωτικά χρέη.
Ωστόσο, ο οίκος δεν παραλείπει να υπενθυμίζει ότι αναβάθμισε σε θετική την προοπτική της ελληνικής οικονομίας τον Νοέμβριο, επισημαίνοντας τη βελτιωμένη μακροοικονομική ανθεκτικότητα της χώρας, τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, τη σταθερή δημοσιονομική πειθαρχία και τη θετική δομή του δημόσιου χρέους και των ταμειακών διαθεσίμων.
Η Ελλάδα, σύμφωνα με την Scope, εξακολουθεί να υπερβαίνει τους δημοσιονομικούς στόχους. Για το 2025 προβλέπεται πλεόνασμα γενικής κυβέρνησης 0,6% του ΑΕΠ και πρωτογενές πλεόνασμα 3,6%, χάρη στις ισχυρές επιδόσεις των εσόδων και τη συνετή διαχείριση δαπανών.
Οι αναλυτές του Scope αναμένουν σχεδόν ισοσκελισμένο προϋπολογισμό και διατηρήσιμα πρωτογενή πλεονάσματα τα επόμενα χρόνια, γεγονός που θα επιτρέψει την περαιτέρω αποκλιμάκωση του δημόσιου χρέους, από 145% του ΑΕΠ το 2025 σε περίπου 122% το 2030. Η πτωτική αυτή πορεία στηρίζεται στη μετριοπαθή ονομαστική ανάπτυξη και στα πολυετή επενδυτικά προγράμματα που συνδέονται με το NGEU.
Προοπτικές κρατικών αξιολογήσεων για το 2026
Οι αυξημένες γεωπολιτικές εντάσεις, η βαθύτερη πολιτική πόλωση και οι επίμονες δημοσιονομικές προκλήσεις υπερκαλύπτουν τις προοπτικές ισχυρότερης ανάπτυξης και τις ενδείξεις δημοσιονομικής ανθεκτικότητας, διαμορφώνοντας μια συνολικά αρνητική εικόνα για τις κρατικές πιστοληπτικές προοπτικές, σύμφωνα με τη Scope Ratings.
Στην έκθεση Sovereign Outlook 2026, η Scope υπογραμμίζει ότι οι γεωπολιτικές εξελίξεις θα παραμείνουν καθοριστικές για το προφίλ πιστοληπτικής ικανότητας των κρατών, ιδιαίτερα στην Ευρώπη.
Αυτό αφορά τόσο την αβεβαιότητα γύρω από τις απρόβλεπτες εμπορικές και εξωτερικές πολιτικές των ΗΠΑ όσο και τη συνεχιζόμενη κυριαρχία της Κίνας σε κρίσιμες πρώτες ύλες που είναι ζωτικής σημασίας για τις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες, καθώς και τον αντίκτυπο της αυξανόμενης κινεζικής ανταγωνιστικότητας στις εξαγωγές υψηλής τεχνολογίας.
Για τα ευρωπαϊκά κράτη, παραμένει σημαντική αβεβαιότητα σχετικά με το αποτέλεσμα πιθανών διαπραγματεύσεων για κατάπαυση του πυρός μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας ή, αντιθέτως, μιας νέας στρατιωτικής κλιμάκωσης. Και τα δύο σενάρια θα είχαν σημαντικές οικονομικές, δημοσιονομικές και θεσμικές επιπτώσεις για την Ευρώπη.
Αναγκαίες οι μεταρρυθμίσεις
«Οι εγχώριοι παράγοντες παίζουν επίσης κρίσιμο ρόλο, κυρίως οι δύσκολες δημοσιονομικές προοπτικές και η αυξανόμενη πολιτική πόλωση, που καθιστούν ολοένα και δυσκολότερη την εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων», αναφέρει ο Carlo Capuano, αναπληρωτής επικεφαλής του Sovereign and Public Sector.
«Οι σημαντικοί γεωπολιτικοί και δημοσιονομικοί κίνδυνοι υπερβαίνουν τα πιθανά οφέλη από ισχυρότερη ανάπτυξη και τις αναδυόμενες τσέπες δημοσιονομικής ανθεκτικότητας στην ΕΕ», σημειώνει ο Capuano.
Στα πιθανά θετικά στοιχεία στην Ευρώπη, αναφέρει τα αναμενόμενα οφέλη από την αύξηση της παραγωγικότητας μέσω της τεχνητής νοημοσύνης, καθώς και την επιτάχυνση μεταρρυθμίσεων που συνδέονται με το πρόγραμμα Next Generation EU.
Επιπλέον, πολλά ευρωπαϊκά κράτη διατηρούν υψηλή ευελιξία χρηματοδότησης, όχι μόνο οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου που επωφελούνται από δημοσιονομική εξυγίανση, αλλά και η Γαλλία, παρά τις συνεχείς δυσκολίες στη μείωση των ελλειμμάτων.
Η τάση σύγκλισης αξιολογήσεων από το 2019 συνεχίζεται
Ένα ακόμη κεντρικό συμπέρασμα είναι η συνεχιζόμενη σύγκλιση των πιστοληπτικών αξιολογήσεων μεταξύ κρατών με επενδυτική βαθμίδα. Κράτη όπως Κύπρος, Ελλάδα, Ιταλία, Πορτογαλία και Ισπανία κινούνται ανοδικά, ενώ αντίστροφα, αξιολογήσεις χωρών όπως Αυστρία, Βέλγιο, Φινλανδία, αλλά και Γαλλία και ΗΠΑ, καθοδικά.
«Βλέπουμε ξεκάθαρα επιδεινούμενες δημοσιονομικές δυναμικές σε αρκετούς από τους παραδοσιακά ισχυρότερους κρατικούς εκδότες, επιδεινωμένες από την πολιτική πόλωση», δηλώνει ο Eiko Sievert, Executive Director στη Scope.
Οι κυβερνήσεις, λέει, καλούνται να ισορροπήσουν ανάμεσα στη μείωση των ελλειμμάτων, τη σταθεροποίηση των επιπέδων χρέους, την κάλυψη των αυξανόμενων τόκων και τις κοινωνικές απαιτήσεις για υψηλότερες δαπάνες — συχνά λόγω δημογραφικής πίεσης — ενώ πρέπει παράλληλα να απαντούν σε διαρκείς ανησυχίες για την ασφάλεια.
«Η εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που θα διασφαλίσουν δημοσιονομική βιωσιμότητα χωρίς να διαταραχθεί η πολιτική σταθερότητα, θα αποτελέσει μια τεράστια πρόκληση», προσθέτει.
Το στοίχημα των κυβερνήσεων
Ο τρόπος με τον οποίο οι κυβερνήσεις θα διαχειριστούν αυτές τις πιέσεις, θα καθορίσει την πορεία των αξιολογήσεων τα επόμενα χρόνια, κατά την Scope.
Η αποτυχία ουσιαστικής δημοσιονομικής προσαρμογής μπορεί να οδηγήσει σε εξασθένηση της πιστοληπτικής ικανότητας μεσοπρόθεσμα, ενώ οι βραχυπρόθεσμες αναταράξεις στις αγορές μπορούν να αντιμετωπιστούν μέσω των διαθέσιμων εργαλείων των κεντρικών τραπεζών, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

