Ο τίτλος του παρόντος άρθρου είναι ο ίδιος με αυτόν ενός φυλλαδίου των Milton Friedman και George Stigler – διάσημων οικονομολόγων που βραβεύθηκαν με το Νομπέλ Οικονομικών, ο πρώτος το 1976 και ο δεύτερος το 1982 – που κυκλοφόρησε αρχικά το 1946. Την εποχή εκείνη υπήρχε μεγάλη έλλειψη στέγης στην μεταπολεμική Νέα Υόρκη, πράγμα που οι Friedman – Stigler απέδιδαν στο ιδιότυπο καθεστώς ελέγχου των ενοικίων (με την επιβολή ‘’ οροφών ‘’ ή ‘’ ceilings ‘’ ή ‘’ plafonds ‘’, δηλ. ανωτάτων ορίων) στην αμερικανική μεγαλούπολη.
Όπως προσφυώς έχει σημειώσει σε άλλο σημείο ο Friedman, οι οικονομολόγοι μπορεί να μη γνωρίζουμε πολλά, γνωρίζουμε, όμως, καλά δύο πράγματα: πως να προκαλούμε πλεονάσματα και πως να προκαλούμε ελλείμματα. Εάν θέλουμε το πρώτο (πλεόνασμα ή περίσσευμα), δεν έχουμε παρά να ορίσουμε νομοθετικά μία κατώτατη τιμή, η οποία να είναι υψηλότερη από αυτήν που θα διαμορφωνόταν στην ελεύθερη αγορά. Αυτό συμβαίνει εάν, για παράδειγμα, ορίσουμε έναν κατώτατο μισθό που να είναι υψηλότερος από αυτόν που προσφέρεται στην ελεύθερη αγορά. Θα έχουμε τότε προσφορά εργατικών χεριών που δεν θα απορροφάται, με αποτέλεσμα τη δημιουργία πλεονάσματος εργατών, δηλ. αυξημένη ανεργία.
Ειδικότερα, όπως έγραφαν οι παραπάνω συγγραφείς το 1946, με την επιβολή plafonds θα προκύψει αυθαίρετη και μη αποτελεσματική κατανομή των διαθέσιμων χώρων (για κατοικία) και επιβράδυνση των νέων κατασκευών. Κατά συνέπεια οι πιέσεις θα εξακολουθήσουν να εντείνονται και το πρόβλημα θα διογκώνεται.
Για να αποτραπούν οι δυσάρεστες αυτές εξελίξεις μία μόνο επιλογή υπάρχει: να εξισορροπηθεί η ζήτηση με την προσφορά. Η λύση αυτή, ειδικά στο θέμα της στέγης, έχει ένα σοβαρό μειονέκτημα. Πράγματι, η προσφορά αυξάνεται με βραδείς ρυθμούς, μη ανεκτούς, πρώτον, από αυτούς που ομολογουμένως αντιμετωπίζουν πιεστικό πρόβλημα στέγης αλλά και, δεύτερον, από τους πολιτικούς, που θα τιμωρηθούν εκλογικά εάν δεν (εμφανισθούν ότι) ‘’κάνουν κάτι για το πρόβλημα’’.
Ευτυχώς, υπάρχουν ορισμένα πράγματα που μπορεί να κάνει το κράτος για να επιταχύνει τις θετικές εξελίξεις. Ένα από αυτά είναι η διοχέτευση στην αγορά κατοικίας όσο το δυνατόν μεγαλύτερου μέρους από το απόθεμα που διαθέτει το ίδιο και οι ελεγχόμενοι από αυτό φορείς. Ένα δεύτερο, είναι η κατάλληλη φορολογική πολιτική, για παράδειγμα η καθιέρωση ενός χαμηλού συντελεστή για έσοδα από ενοίκια, για μία πενταετία, και αυτό πέραν της ούτως ή άλλως αναγκαίας γενικής μείωσης των φορολογικών συντελεστών (ιδεωδώς, με την καθιέρωση του αναλογικού φόρου εισοδήματος). Εμμέσως, η εμφανής επιτάχυνση απονομής της δικαιοσύνης θα καθησύχαζε πολλούς ιδιοκτήτες από τον φόβο των κακοπληρωτών ενοικιαστών καθώς και όσων προκαλούν ζημιές στην ενοικιαζόμενη ακίνητη περιουσία, με αποτέλεσμα την αύξηση εκ μέρους τους της προσφοράς στέγης. Ανάλογα αποτελέσματα θα επέφεραν η ολοκλήρωση του κτηματολογίου, ο καθορισμός των χρήσεων γης και η σταθερή και ισορροπημένη οικιστική πολιτική σε όλη την επικράτεια.
Γενικότερα, μία αναπτυξιακή οικονομική πολιτική που θα βασίζεται στην πολιτική σταθερότητα, στο κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο και στην ενθάρρυνση της επιχειρηματικότητας, θα οδηγήσει ταχύτερα και ασφαλέστερα στην επίλυση (και) του στεγαστικού προβλήματος. Τελικά, όπως πάντα, το μέγα ζητούμενο είναι να κάνει το κράτος τα σωστά πράγματα με τον σωστό τρόπο (be both effective and efficient) – το οποίο, ατυχώς, εύκολα λέγεται αλλά δύσκολα υλοποιείται…
*Ο Κώστας Χριστίδης είναι Νομικός - Οικονομολόγος