Η αλματώδης πρόοδος της τεχνολογίας έχει επιφέρει έναν βαθύ μετασχηματισμό στην αγορά εργασίας, φέρνοντας στο προσκήνιο πολύπλευρες προκλήσεις για εργαζομένους και επιχειρήσεις. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός δεν αποτελεί πλέον μια μελλοντική προοπτική, αλλά μια καθημερινότητα που εξελίσσεται διαρκώς.
Εκπρόσωποι της αγοράς εργασίας επισημαίνουν πως το ζητούμενο δεν είναι να αποτρέψουμε την αλλαγή, αλλά να την αντιληφθούμε και να τη διαχειριστούμε με σύνεση. Καθώς οι ρυθμοί αλλαγής είναι απρόβλεπτοι και ραγδαίοι, η ικανότητα προσαρμογής καθίσταται θεμελιώδης προϋπόθεση επιβίωσης για εργαζομένους και επιχειρήσεις.
Η ανάγκη για συλλογική προσαρμογή
Η ορθή ενσωμάτωση των τεχνολογιών απαιτεί εκπαίδευση, ετοιμότητα και συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων φορέων – εργαζομένων, επιχειρήσεων και πολιτείας. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός, εξάλλου, δεν εκτυλίσσεται στο κενό, αλλά συμπλέκεται με περιβαλλοντικούς, κοινωνικούς και ψυχολογικούς παράγοντες.
Η πρόεδρος του ΕΛΙΝΥΑΕ, Ρένα Μπαρδάνη, υπογραμμίζει πως πολλοί εργαζόμενοι χρησιμοποιούν ήδη τεχνολογικά εργαλεία χωρίς να το γνωρίζουν. Παράλληλα, στην Υγεία και την Ασφάλεια στην Εργασία, η Τεχνητή Νοημοσύνη εκτιμάται ότι μπορεί να προσφέρει σημαντικά οφέλη, αν και διεθνώς η κατάσταση εξακολουθεί να βρίσκεται σε πειραματικό στάδιο.
Καθώς οι τεχνολογικές καινοτομίες πολλαπλασιάζονται, οι ανησυχίες εντείνονται. Ωστόσο, η ιστορία δείχνει πως κάθε τεχνολογική τομή – από τη βιομηχανική επανάσταση έως σήμερα – οδήγησε στη γένεση νέων επαγγελμάτων, χωρίς να εξαφανίσει τον ρόλο του ανθρώπου, αλλά μετεξελίσσοντάς τον.
Η έρευνα του Ινστιτούτου επισημαίνει ότι η γνώση και η συνεχής επιμόρφωση του εργαζομένου είναι καίριας σημασίας. Το 83% των επιχειρήσεων χρησιμοποιεί ήδη ψηφιακά εργαλεία για την παρακολούθηση περιβαλλοντικών και ασφαλιστικών δεικτών, αλλά άλλες τεχνολογίες, όπως η μείωση καταπόνησης ή η ενίσχυση φυσικών δυνατοτήτων, παραμένουν σε πρωτόλειο στάδιο.
Διαρκής επιτήρηση και έγκαιρη εκπαίδευση κρίνονται αναγκαίες ώστε η εφαρμογή αυτών των λύσεων να είναι λειτουργική και όχι αποσπασματική.
Οι δεξιότητες που ζητά το αύριο
Η είσοδος της Τεχνητής Νοημοσύνης στην παραγωγή μεταβάλλει δραματικά τις ανάγκες της αγοράς. Σύμφωνα με την έκθεση “Future of Jobs 2025” του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ, σχεδόν το 40% των σημερινών δεξιοτήτων θα είναι παρωχημένο έως το 2030.
Η διά βίου μάθηση δεν είναι πια επιλογή, αλλά επιταγή, για όσους επιθυμούν να προσαρμοστούν και να προοδεύσουν σε ένα τεχνολογικά προηγμένο εργασιακό τοπίο.
Εκπαίδευση με ουσία και πιστοποίηση
Η στοχευμένη και έγκαιρη εκπαίδευση είναι το επόμενο μεγάλο ζητούμενο. Σύμφωνα με τη μελέτη του ΕΛΙΝΥΑΕ, ελάχιστες επιχειρήσεις εφαρμόζουν ολοκληρωμένα προγράμματα εκπαίδευσης, ενώ η παραδοσιακή επιμόρφωση αποδεικνύεται ανεπαρκής.
Η πολιτεία οφείλει να διαμορφώσει ένα ασφαλές και λειτουργικό περιβάλλον για την Τεχνητή Νοημοσύνη, αντιμετωπίζοντας προκλήσεις, όπως η ταχύτητα των εξελίξεων και η τεχνική πολυπλοκότητα. Παράλληλα, πρέπει να αναθεωρήσει το μοντέλο εποπτείας και ελέγχου, καθώς οι παραδοσιακές μέθοδοι δεν επαρκούν.
Η έρευνα αποτυπώνει την προοδευτική ενσωμάτωση ψηφιακών τεχνολογιών στην Υγεία και Ασφάλεια στην Εργασία. GPS και απομακρυσμένοι έλεγχοι εξοπλισμού ήδη χρησιμοποιούνται από σχεδόν το 50% των επιχειρήσεων, ενώ τεχνολογίες όπως ΑΙ και «έξυπνα» Μέσα Ατομικής Προστασίας έχουν υιοθετηθεί από μικρότερα ποσοστά.
Οι περισσότερες εφαρμογές στοχεύουν στη μέτρηση παραμέτρων, ανίχνευση κινδύνων και επιτήρηση διαδικασιών, με περιορισμένη χρήση σε θέματα κατάρτισης ή αξιολόγησης.
Παρά τη γενική εμπιστοσύνη στις βασικές ψηφιακές εφαρμογές, η επιφυλακτικότητα παραμένει έντονη σε πολύπλοκες ή κρίσιμες λειτουργίες, όπως η διερεύνηση ατυχημάτων ή η εκτίμηση κινδύνου.
Το συναίσθημα απέναντι στην τεχνητή νοημοσύνη παραμένει αντιφατικό: κυριαρχεί ο σκεπτικισμός (57%), αλλά καταγράφεται και σημαντική αισιοδοξία και ενθουσιασμός. Το συμπέρασμα είναι ότι η καλλιέργεια γνώσης και εμπιστοσύνης αποτελεί κρίσιμη προϋπόθεση.
Οι βασικοί παράγοντες που αναδεικνύει η έρευνα είναι:
η εκπαίδευση (90,7%), η προστασία προσωπικών δεδομένων (81,3%), η συμμετοχή των εργαζομένων (80,4%), καθώς και η ύπαρξη σαφούς κανονιστικού πλαισίου και διαφάνειας στις αποφάσεις.
Το μήνυμα είναι σαφές: η μετάβαση στην ψηφιακή εποχή πρέπει να είναι συλλογική, τεκμηριωμένη και δίκαιη.