Σε θετικό έδαφος ξεκίνησε η σημερινή συνεδρίαση για τις ευρωαγορές, στην έναρξη μίας ιδιαίτερα πυκνής εβδομάδας για τις κεντρικές τράπεζες της Γηραιάς Ηπείρου. Οι βασικοί χρηματιστηριακοί δείκτες άνοιξαν με κέρδη, καθώς οι επενδυτές αναμένουν τις νέες αποφάσεις νομισματικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και της Τράπεζας της Αγγλίας, που είναι προγραμματισμένες για την Πέμπτη. Στο μεταξύ, η ευρωζώνη αναμένεται να ανακοινώσει στοιχεία για τη βιομηχανική παραγωγή.
Στη συνεδρίαση της Δευτέρας, ο πανευρωπαϊκός δείκτης Stoxx 600 ενισχύεται κατά 0,4% και διαπραγματεύεται στις 580,58 μονάδες. Ο γερμανικός DAX σημειώνει κέρδη 0,25% στις 24.271,56 μονάδες, ο βρετανικός FTSE 100 κινείται υψηλότερα κατά 0,52% στις 9.699,55 μονάδες και ο γαλλικός CAC 40 καταγράφει άνοδο 0,44% στις 8.103,97 μονάδες. Στην περιφέρεια, ο ισπανικός IBEX 35 κερδίζει 0,88% στις 17.003,32 μονάδες και ο ιταλικός FTSE MIB κινείται ανοδικά κατά 0,59% στις 43.771,82 μονάδες.
Η εβδομάδα θεωρείται κομβική για τις αγορές, με την τελευταία συνεδρίαση νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ για το 2025 να διεξάγεται την Πέμπτη. Η κεντρική τράπεζα εκτιμάται ότι θα διατηρήσει αμετάβλητα τα επιτόκια στο 2%.
Σε συνέντευξή της στους Financial Times, η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ ανέφερε ότι η τράπεζα είναι πιθανό να αναθεωρήσει εκ νέου ανοδικά τις προβλέψεις για την ανάπτυξη τον Δεκέμβριο, μετά την αύξηση της εκτίμησης για τον ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης του ΑΕΠ στο 1,2% τον Σεπτέμβριο.
Την ίδια εβδομάδα, τις τελευταίες αποφάσεις νομισματικής πολιτικής για το 2025 θα λάβουν επίσης η Τράπεζα της Αγγλίας, η Riksbank και η Norges Bank. Αν και το αποτέλεσμα παραμένει αμφίρροπο, η αγορά προεξοφλεί ότι η BoE θα προχωρήσει σε μείωση επιτοκίων. Παράλληλα, τα στοιχεία για τον πληθωρισμό σε ευρωζώνη και Ηνωμένο Βασίλειο αναμένονται την Τετάρτη.
Πέρα από τα οικονομικά δεδομένα, οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα βρεθούν αντιμέτωποι και με κρίσιμες πολιτικές αποφάσεις. Στη σύνοδο κορυφής των Βρυξελλών την Πέμπτη θα εξεταστεί η χρηματοδότηση της Ουκρανίας, συμπεριλαμβανομένης της πιθανής αξιοποίησης δισεκατομμυρίων ευρώ από «παγωμένα» ρωσικά περιουσιακά στοιχεία για τη στήριξη δανείου ύψους 210 δισ. ευρώ προς το Κίεβο.
Στις ΗΠΑ, τα futures έμειναν σχεδόν αμετάβλητα το βράδυ της Κυριακής, μετά από μία μεικτή εβδομάδα στη Wall Street, που σημαδεύτηκε από έντονη μετακίνηση κεφαλαίων εκτός τεχνολογίας προς τμήματα της αγοράς με χαμηλότερες αποτιμήσεις.
Οι επενδυτές προετοιμάζονται επίσης για καταιγισμό μακροοικονομικών στοιχείων στις ΗΠΑ, μεταξύ των οποίων τα στοιχεία απασχόλησης για τον Νοέμβριο και οι λιανικές πωλήσεις Οκτωβρίου, που θα ανακοινωθούν την Τρίτη, μετά την καθυστέρησή τους λόγω του κυβερνητικού shutdown το φθινόπωρο. Ο δείκτης τιμών καταναλωτή για τον Νοέμβριο αναμένεται την Πέμπτη.
Στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού, οι αγορές κινήθηκαν πτωτικά τη Δευτέρα, καθώς οι απώλειες της Wall Street την προηγούμενη εβδομάδα επιβάρυναν το επενδυτικό κλίμα.
Η παγκόσμια διάθεση για ανάληψη ρίσκου έχει αρχίσει να εξασθενεί, εν μέσω αυξανόμενου σκεπτικισμού για το αν οι τεχνολογικές μετοχές -που έχουν οδηγήσει τους διεθνείς δείκτες σε ιστορικά υψηλά- μπορούν να συνεχίσουν να δικαιολογούν τις ιδιαίτερα υψηλές αποτιμήσεις και τις επιθετικές επενδύσεις στην τεχνητή νοημοσύνη.
Μεγάλο μέρος αυτών των επενδύσεων αποτελεί μακροπρόθεσμο στοίχημα σε τεχνολογίες που ενδέχεται να χρειαστούν χρόνια για να αποφέρουν ουσιαστικά εμπορικά έσοδα, αυξάνοντας τη βραχυπρόθεσμη αβεβαιότητα. Από το πρόσφατο sell-off στην Nvidia έως τη βουτιά της Oracle μετά τις ανακοινώσεις για αυξανόμενες δαπάνες στην τεχνητή νοημοσύνη, αλλά και την επιδείνωση του κλίματος γύρω από εταιρείες που συνδέονται με την OpenAI, τα σημάδια επιφυλακτικότητας πληθαίνουν.
Με ορίζοντα το 2026, το βασικό δίλημμα για τους επενδυτές είναι αν θα περιορίσουν την έκθεσή τους στο AI ενόψει μιας πιθανής «φούσκας» ή αν θα ενισχύσουν τα στοιχήματά τους σε μια τεχνολογία που θεωρείται δυνητικά ανατρεπτική.
Η αβεβαιότητα γύρω από το trade της τεχνητής νοημοσύνης αφορά τόσο τις πρακτικές εφαρμογές της όσο και το τεράστιο κόστος ανάπτυξής της, αλλά και το ερώτημα αν οι καταναλωτές θα είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν για τις σχετικές υπηρεσίες. Οι απαντήσεις σε αυτά τα ζητήματα θα διαμορφώσουν σε μεγάλο βαθμό την πορεία των αγορών τα επόμενα χρόνια.

