Περισσότερα από πενήντα χρόνια μετά το σκάνδαλο του Γουότεργκεϊτ, το οποίο βύθισε την Αμερική στη μεγαλύτερη πολιτική της κρίση και οδήγησε το Κογκρέσο να θεσπίσει ένα πλέγμα ηθικών ασφαλιστικών δικλίδων για την ηγεσία της χώρας, η δεύτερη θητεία του Ντόναλντ Τραμπ φαίνεται να διαγράφει οριστικά αυτό το κεφάλαιο θεσμικής θωράκισης. Μέσα σε λίγες εβδομάδες από την επανεκλογή του, απέλυσε περισσότερους από δέκα γενικούς επιθεωρητές και διέλυσε βασικούς μηχανισμούς εποπτείας. Παράλληλα, τοποθέτησε στην κυβέρνηση πρόσωπα με ισχυρά συμφέροντα στον επιχειρηματικό κόσμο, μετατρέποντας τη δημόσια διοίκηση σε προέκταση των λόμπι και των ιδιωτικών κεφαλαίων.
Σύμφωνα με την Καθημερινή, η ανάθεση του νεοσύστατου Υπουργείου Κυβερνητικής Αποτελεσματικότητας στον Έλον Μασκ, τον πλουσιότερο άνθρωπο του κόσμου, δεν αποτελεί εξαίρεση, αλλά κανόνα στη νέα κυβέρνηση. Σκοπός του υπουργείου είναι οι μαζικές απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων, και η σύνθεση της κυβέρνησης περιλαμβάνει αρκετούς δισεκατομμυριούχους, όπως ο Χάουαρντ Λιούτνικ, υπουργός Εμπορίου με περιουσία 3,1 δισ. δολαρίων, που έχει μακρά διαδρομή στη Wall Street. Αυτή η “περιστρεφόμενη πόρτα” ανάμεσα στις επιχειρήσεις και το κράτος αποτελεί πλέον θεσμική πρακτική.
Φορολογική μεταρρύθμιση υπέρ των λίγων
Την ίδια ώρα, ο Τραμπ διατηρεί τη ρητορική στήριξης της εργατικής τάξης, όπως αποδείχθηκε και στην τελετή για τους νέους δασμούς, όμως η πολιτική του ευνοεί ανοιχτά τους πλουσίους. Το νέο φορολογικό νομοσχέδιο προσφέρει τεράστιες φοροαπαλλαγές στα υψηλότερα εισοδήματα, ενώ την ίδια στιγμή κόβει κοινωνικές δαπάνες ύψους 1 τρισεκατομμυρίου δολαρίων. Ο πλούτος των δέκα ισχυρότερων Αμερικανών αυξήθηκε το προηγούμενο έτος κατά 365 δισ. δολάρια, με την Oxfam να επισημαίνει ότι η νομοθεσία αυτή ενδέχεται να δημιουργήσει τον πρώτο τρισεκατομμυριούχο στον κόσμο.
Η αυλή των δισεκατομμυριούχων
Καθώς η επιρροή του Τραμπ ενισχύεται, οι ισχυρότεροι του επιχειρηματικού κόσμου συσπειρώνονται γύρω του. Σε πρόσφατη περιοδεία στη Μέση Ανατολή, τον συνόδευσαν περίπου 30 κορυφαίοι διευθύνοντες σύμβουλοι και ιδιοκτήτες επιχειρήσεων, μεταξύ των οποίων ο Γένσεν Χουάνγκ της Nvidia, ο Σαμ Αλτμαν της OpenAI και εκπρόσωποι των Amazon, Alphabet και Boeing. Πηγές αναφέρουν πως εγκατέλειψαν επαγγελματικές υποχρεώσεις για να εξασφαλίσουν εύνοια, φορολογικές διευκολύνσεις και απαλλαγές από δασμούς.
Ο Έλον Μασκ, που διέθεσε 277 εκατομμύρια δολάρια για την προεκλογική εκστρατεία των Ρεπουμπλικανών, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα των επιχειρηματιών που επιβραβεύονται για τη στήριξή τους. Παράλληλα, ο Τραμπ δεν διστάζει να στραφεί εναντίον εταιρειών και προσώπων που δεν τον στηρίζουν, όπως συνέβη με την Amazon ή πανεπιστήμια που επέκριναν την πολιτική του.
Η επιρροή Τραμπ δεν περιορίζεται στις ΗΠΑ. Η επίσκεψη του Μπερνάρ Αρνό στον Λευκό Οίκο αποδεικνύει την ανησυχία για τις επιπτώσεις των δασμών. Παράλληλα, η στήριξη που προσφέρει η επιχειρηματική ελίτ στην ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία ή σε κόμματα όπως το πολωνικό Νόμος και Δικαιοσύνη και το πορτογαλικό Chega, δείχνει πως η ιδεολογία του Τραμπ επεκτείνεται και πολιτικά στην Ευρώπη.
Αναλυτές συμφωνούν πως τα αίτια της ανόδου αυτών των κινημάτων είναι πολυσύνθετα: το μεταναστευτικό, η παγκοσμιοποίηση, η χαμηλή ανάπτυξη και το κόστος ζωής. Όμως η ανισότητα παραμένει το πιο εκρηκτικό ζήτημα, και υπό τη διακυβέρνηση Τραμπ, φαίνεται να εντείνεται.