Tο ενδεχόμενο μεταφοράς της έδρας της UBS στις ΗΠΑ συζήτησαν, στο πλαίσιο ιδιωτικής συνομιλίας, ο πρόεδρος της ελβετικής τράπεζας Κολμ Κέλεχερ και ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ, καθώς ο χρηματοπιστωτικός κολοσσός εξετάζει εναλλακτικά σχέδια σε περίπτωση που η κυβέρνηση της Ελβετίας δεν αναθεωρήσει τους νέους, αυστηρότερους κεφαλαιακούς κανόνες.
Την πληροφορία αυτή αποκάλυψαν οι Financial Times, επικαλούμενοι πηγές που γνωρίζουν τις συζητήσεις, υπογραμμίζοντας ότι οι δύο άνδρες είχαν επανειλημμένες επαφές τους τελευταίους μήνες για το πώς θα μπορούσε να υλοποιηθεί μια τέτοια μετακίνηση, με την κυβέρνηση των ΗΠΑ να εμφανίζεται πρόθυμη να υποδεχτεί ένα από τα σημαντικότερα οικονομικά «κεφάλαια» της Ελβετίας.
Οι συνομιλίες εντάσσονται στη συνεχιζόμενη προσπάθεια του Κέλεχερ να πιέσει την ελβετική κυβέρνηση να ανακαλέσει το σχέδιο για νέες υψηλότερες κεφαλαιακές απαιτήσεις, το οποίο θα υποχρέωνε την UBS να δεσμεύσει επιπλέον 26 δισ. δολάρια. Η τράπεζα έχει χαρακτηρίσει το μέτρο «ακραίο» και δυσανάλογο.
Σύμφωνα με γνώστες του θέματος, τα στελέχη της UBS επιθυμούν η έδρα να παραμείνει στην Ελβετία, εφόσον τελικά επιτευχθεί πολιτική συμφωνία που θα περιορίζει τα νέα κεφαλαιακά βάρη. Ωστόσο, επισημαίνουν ότι έχουν ευθύνη απέναντι στους μετόχους να εξετάσουν κάθε πιθανό σενάριο, ακόμη και την έξοδο από την χώρα, εάν δεν υπάρξει αναθεώρηση των σχεδίων.
Η αβεβαιότητα γύρω από τις αλλαγές έχει επηρεάσει αρνητικά την πορεία της μετοχής, ενώ η δημόσια και παρασκηνιακή εκστρατεία πίεσης από τη διοίκηση της τράπεζας μέχρι στιγμής δεν έχει αποφέρει αποτέλεσμα.
Η UBS υποστηρίζει ότι οι νέες απαιτήσεις υπερβαίνουν κατά πολύ τα αντίστοιχα πρότυπα που ισχύουν για διεθνείς ανταγωνιστές και ότι θα περιορίσουν την ικανότητά της να λειτουργεί ανταγωνιστικά σε παγκόσμιο επίπεδο.
Η ελβετική κυβέρνηση, από την πλευρά της, υπερασπίζεται το νέο πλαίσιο, θεωρώντας ότι οι αυστηρότεροι κανόνες είναι αναγκαίοι για τη θωράκιση του τραπεζικού συστήματος και την αποτροπή νέας κρίσης, όπως αυτή που οδήγησε στην κατάρρευση της Credit Suisse.
Η κρίση του 2023, που προκάλεσε ισχυρούς κραδασμούς στο ελβετικό και διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα, αποκλιμακώθηκε τελικά με την εξαγορά της Credit Suisse από την UBS, σε συνεργασία με τις εποπτικές αρχές και το ελβετικό κράτος.
Παραδοσιακά, οι αμερικανικές ρυθμιστικές αρχές αντιμετώπιζαν με επιφύλαξη τη μετεγκατάσταση μεγάλων τραπεζών στις ΗΠΑ, λόγω της κοινωνικής αντίδρασης που μπορεί να προκαλέσουν ενδεχόμενες μελλοντικές διασώσεις με χρήματα φορολογουμένων. Ωστόσο, η κυβέρνηση Τραμπ εμφανίζεται πιο ανοιχτή στην προσέλκυση ευρωπαϊκών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.
Η απόφαση της Ελβετίας για αυστηρότερες κεφαλαιακές απαιτήσεις έρχεται σε μια περίοδο κατά την οποία οι ΗΠΑ ακολουθούν πορεία απορρύθμισης, με στόχο την ενίσχυση της ανάπτυξης.
Ο Μπέσεντ έχει ταχθεί υπέρ της χαλάρωσης των κανόνων κεφαλαίου και ρευστότητας, υποστηρίζοντας την ανάγκη απελευθέρωσης μεγαλύτερου χώρου για χορηγήσεις δανείων, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης στρατηγικής μείωσης των ρυθμιστικών περιορισμών.
Υπενθυμίζεται ότι οι ΗΠΑ προχώρησαν σε αυστηρή ρύθμιση του τραπεζικού συστήματος μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers και την κρίση του 2007-2008, με κορυφαίο παράδειγμα το νομοθετικό πλαίσιο Dodd-Frank το 2010. Η χαλάρωση αυτών των κανόνων αποτελούσε βασική προεκλογική δέσμευση του Τραμπ προς τον χρηματοπιστωτικό τομέα.

