Υποτονικά κινήθηκε η Wall Street στη συνεδρίαση της Τρίτης, καθώς η αγορά κράτησε στάση αναμονής περιμένοντας να δει τις εξελίξεις γύρω από το ενδεχόμενο sutdown του ομοσπονδιακού μηχανισμού. Ωστόσο, και οι τρεις βασικοί δείκτες κατόρθωσαν να περάσουν σε θετικό έδαφος, συμπληρώνοντας έτσι με τον καλύτερο τρόπο έναν ισχυρό Σεπτέμβριο και ένα δεύτερο συνεχόμενο κερδοφόρο τρίμηνο με ώθηση από την τεχνητή νοημοσύνη και τις προσδοκίες για χαμηλότερα επιτόκια.
Στο ταμπλό, ο Dow Jones «έκλεισε» τελικά στις 46.397 μονάδες ελαφρά αυξημένος κατά 0,18%, ο S&P 500 ενισχύθηκε κατά 0,41% στις 6.688 μονάδες και ο Nasdaq πρόσθεσε 0,31% φτάνοντας τις 22.660 μονάδες.
Με την επίδοση αυτή, οι δείκτες ολοκλήρωσαν έναν απρόσμενα θετικό μήνα, ο οποίος που «έσπασε» την αρνητική παράδοση του Σεπτεμβρίου. Ο Dow πρόσθεσε 1% για το μήνα, ο S&P 500 ανέβηκε 3% και ο Nasdaq κέρδισε τα σκήπτρα με άλμα κοντά στο 5%.
Ακόμη πιο εντυπωσιακά, ωστόσο, είναι τα νούμερα για το δεύτερο τρίμηνο, που επίσης ολοκληρώθηκε σήμερα. Ο S&P 500 ενισχύθηκε κατά 7%, ο Nasdaq έφτασε το +10% και ο Dow κέρδισε 4% από τα τέλη Ιουνίου, συμπληρώνοντας μάλιστα ένα θεαματικό σερί πέντε ανοδικών τριμήνων.
Τα νεότερα στοιχεία από την κρίσιμη αγορά εργασίας επιβεβαίωσαν την επιβράδυνση της, τροφοδοτώντας τις προσδοκίες για νέα μείωση των επιτοκίων από τη Fed, τον ερχόμενο μήνα, παρά και τον αυξημένο πληθωρισμό.
Η πρόεδρος της Fed της Βοστώνης Σούζαν Κόλινς άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο νέων μειώσεων φέτος λόγω της αδυναμίας στην αγορά εργασίας, αλλά προειδοποίησε για τον κίνδυνο επίμονου πληθωρισμού. Αναλόγως, ο αντιπρόεδρος της Fed, Φίλιπ Τζέφερσον, επεσήμανε ότι «οι κίνδυνοι για την απασχόληση γέρνουν προς τα κάτω και οι κίνδυνοι για τον πληθωρισμό προς τα πάνω», περιγράφοντας μια περίπλοκη εικόνα για τη χάραξη της νομισματικής πολιτικής.
Η έκθεση JOLTS για τον Αύγουστο έδειξε πως οι κενές θέσεις εργασίας παρέμειναν σχεδόν αμετάβλητες, αλλά οι προσλήψεις καθηλώθηκαν και οι εθελοντικές παραιτήσεις πάγωσαν, καθώς εργοδότες και εργαζόμενοι ανησυχούν για την πορεία της οικονομίας.
Ο Μάικλ Μπέιλι της FBB Capital Partners προειδοποίησε ότι «τα πράγματα θα μπορούσαν να γίνουν δύσκολα αν το shutdown δημιουργήσει κενό πληροφόρησης για την απασχόληση και τον πληθωρισμό». Με τις αποτιμήσεις κοντά σε ιστορικά υψηλά, ακόμη και «μια μικρή αρνητική είδηση θα μπορούσε να οδηγήσει σε διόρθωση» προειδοποίησε.
Η Citi, από την πλευρά της, επεσήμανε ότι και η διάρκεια ενός shutdown μπορεί να είναι καθοριστική: όσο παρατείνεται, τόσο πιο αδύναμες θα γίνονται οι μετοχές και τόσο πιο πολύ θα ενισχύονται τα ομόλογα.
Η Μόνικα Γκουέρα της Morgan Stanley τόνισε ότι προηγούμενα «λουκέτα» είχαν μικρή επίδραση στο ΑΕΠ και στην πορεία του S&P 500, αφού οι δημόσιοι οργανισμοί και οι εργαζόμενοι αποζημιώνονται μετά το τέλος του αδιεξόδου. Ωστόσο, τομείς με υψηλή έκθεση σε κρατικά συμβόλαια, όπως η άμυνα και η υγεία, μπορεί να αντιμετωπίσουν πιέσεις, κάτι που μακροπρόθεσμα ίσως αποτελέσει επενδυτική ευκαιρία.
Το σύνολο των αναλυτών συμφωνεί, πάντως, ότι η αμερικανική οικονομία βρίσκεται σήμερα σε ένα ευάλωτο σημείο, όπου μια παρατεταμένη πολιτική κρίση θα μπορούσε να αλλάξει τα δεδομένα, κάτι που δεν θα άφηνε αδιάφορους ούτε τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης που… καραδοκούν!
Σε επίπεδο μετοχών, στην πλευρά των κερδισμένων, η Wolfspeed σημείωσε εντυπωσιακή άνοδο μετά την ανακοίνωση ότι εξήλθε από διαδικασία προστασίας από πιστωτές, έχοντας μειώσει δραστικά το χρέος της κατά περίπου 70%.
Η CoreWeave κατέγραψε επίσης σημαντικά κέρδη, χάρη στη συμφωνία-μαμούθ με τη Meta για την παροχή υπηρεσιών AI υποδομών αξίας 14,2 δισ. δολαρίων, όπως και η Pfizer μετά τη συμφωνία με τον Πρόεδρο Τραμπ για μειώσεις τιμών σε φάρμακα στο πρόγραμμα Medicaid σε αντάλλαγμα με 3ετή εξαίρεση στους δασμούς.
Από την άλλη πλευρά, στους μεγάλους χαμένους της ημέρας συγκαταλέγεται η Firefly Aerospace, η οποία κατρακύλησε πάνω από 20% μετά από έκρηξη σε δοκιμή πυραύλου στο Τέξας, εξέλιξη που ενέτεινε τις ανησυχίες για την ασφάλεια και το μέλλον των προγραμμάτων της.
Η Intel συνέχισε την καθοδική της πορεία, καθώς η αγορά παραμένει σκεπτική για την ικανότητά της να ανταγωνιστεί πιο ισχυρά ονόματα στον χώρο των μικροτσίπ, παρά τις συνεργασίες της.
Αρνητικά κινήθηκε η Amazon, ενώ σημαντικές πιέσεις δέχτηκε η Spotify μετά την αιφνιδιαστική ανακοίνωση ότι ο διευθύνων σύμβουλος Ντάνιελ Εκ αποχωρεί από τη θέση του, αφήνοντας κενό στην ηγεσία της εταιρείας.