Υψηλή μεταβλητότητα παρουσίασε η Wall Street στη συνεδρίαση της Τρίτης, καθώς οι επενδυτές έπρεπε από τη μία πλευρά να αποτιμήσουν τις εξελίξεις γύρω από τη νέα εμπορική ένταση ΗΠΑ–Κίνας και από την άλλη να λάβουν υπόψη τους ισχυρές επιδόσεις των τραπεζών καθώς και τις επισημάνσεις του Τζερόμ Πάουελ. Έτσι, οι δείκτες κατέγραψαν τελικά μεικτά πρόσημα.
Ο Dow Jones έκλεισε με άνοδο 0,44% στις 46.270 μονάδες, αφού νωρίτερα είχε βρεθεί να χάνει πάνω από 600 μονάδες.
Ο S&P 500, αν και έχανε περίπου 1,5%, πέρασε σε θετικό έδαφος, αλλά απώλεσε όλα τα κέρδη του στο φώτο φίνις, σημειώνοντας τελικά κάμψη 0,16% στις 6.644 μονάδες.
Ο Nasdaq, σταθερά στα κόκκινα σε όλη τη συνεδρίαση, υποχώρησε κατά 0,76% στις 22.521 μονάδες.
Στην αγορά ομολόγων, η απόδοση του 10ετούς υποχώρησε στο 4,019% και του 2ετούς στο 3,477%.
Ανάρτηση Τραμπ «άναψε φωτιές» στις αγορές
Μια ανάρτηση του Ντόναλντ Τραμπ έβαλε «φωτιά» στην αγορά λίγο πριν την ολοκλήρωση της συνεδρίασης. Ο Αμερικανός πρόεδρος κατηγόρησε την Κίνα ότι σκοπίμως δεν αγοράζει αμερικανική σόγια, χαρακτηρίζοντας αυτή την κίνηση ως «οικονομικά εχθρική ενέργεια».
Σε δημοσίευσή του στο Truth Social, ανακοίνωσε ότι οι ΗΠΑ εξετάζουν διακοπή συναλλαγών σε προϊόντα όπως το φυτικό λάδι και άλλα εμπορεύματα ως αντίποινα.
Πρόσθεσε πως «μπορούμε εύκολα να παράξουμε το ίδιο το φυτικό λάδι» και ότι «δεν χρειάζεται να το εισάγουμε από την Κίνα».
Παρά την επιθετική ρητορική, ο Τραμπ έχει υποστηρίξει ότι διατηρεί καλές σχέσεις με τον Πρόεδρο Σι, προσβλέποντας σε συνάντηση στα τέλη του μήνα, αν και οι συνομιλίες τους «μπορεί να γίνουν τεταμένες» εξαιτίας της τακτικής της Κίνας να «εκμεταλλεύεται κάποιους».
Παρά τα μπρος–πίσω του Λευκού Οίκου και τις εκατέρωθεν κατηγορίες, αναλυτές της City Index και της Forex.com εκτιμούν ότι το πιθανότερο σενάριο είναι μια νέα παράταση της “εκεχειρίας” στους δασμούς, παρά πλήρης ρήξη, αν και κάθε επεισόδιο αυξάνει τον κίνδυνο αποσταθεροποίησης.
Οι δηλώσεις Πάουελ και η προοπτική μείωσης επιτοκίων
Νωρίτερα, κομβικό ρόλο για την αλλαγή κλίματος στην αγορά είχε η ομιλία του Τζερόμ Πάουελ, η οποία ερμηνεύτηκε θετικά από τους επενδυτές ως προς την προοπτική νέας μείωσης επιτοκίων από τη Fed.
Ο Πάουελ δεν άνοιξε πλήρως τα χαρτιά του, τονίζοντας ότι το συμβούλιο έχει δύσκολο έργο εξισορρόπησης ανάμεσα σε ανθεκτικό πληθωρισμό και αποδυνάμωση της απασχόλησης.
Η παραδοχή της εξασθένησης της αγοράς εργασίας ενίσχυσε τις προσδοκίες για μείωση επιτοκίων στην επικείμενη συνεδρίαση του Οκτωβρίου.
Παράλληλα, ο Πάουελ άφησε να εννοηθεί ότι η Fed μπορεί να σταματήσει τη συρρίκνωση του ισολογισμού της μέσα στους επόμενους μήνες.
Αντιδράσεις αναλυτών
Ο Μάικλ Φερόλι της JPMorgan Chase χαρακτήρισε τις δηλώσεις Πάουελ «ισχυρή επιβεβαίωση» ότι η Fed θα προχωρήσει σε νέα μείωση επιτοκίων.
Ο Κρίσνα Γκούχα της Evercore σημείωσε ότι, καθώς οι στόχοι για πληθωρισμό και απασχόληση παραμένουν αμετάβλητοι, η πολιτική χαλάρωσης θεωρείται πλέον σχεδόν δεδομένη.
Ο Ντέιβιντ Ράσελ της TradeStation πρόσθεσε ότι ο Πάουελ «υπογράμμισε το επικείμενο τέλος της ποσοτικής σύσφιγξης», δίνοντας πιο ήπιο τόνο στις αγορές.
Οι τράπεζες σταθεροποίησαν το κλίμα
Η υψηλή μεταβλητότητα σχετίστηκε και με την επίδραση των εταιρικών αποτελεσμάτων, που δίνουν κατεύθυνση στην αγορά λόγω της έλλειψης μακροοικονομικών δεδομένων εξαιτίας του συνεχιζόμενου shutdown.
Στη συνεδρίαση της Τρίτης, οι τράπεζες είχαν την τιμητική τους, με εξαιρετικές επιδόσεις που στήριξαν τις μετοχές.
Αποτελέσματα γ’ τριμήνου που ξεπέρασαν τις εκτιμήσεις ανακοίνωσαν η Wells Fargo και η Citigroup, με τα κέρδη ανά μετοχή να διαμορφώνονται σε 1,86 δολάρια, αυξημένα κατά 23% σε σχέση με πέρυσι.
Η Goldman Sachs επίσης κατέγραψε κέρδη υψηλότερα των προσδοκιών, ενώ η JPMorgan εμφάνισε περίπου 700 εκατ. δολάρια περισσότερα έσοδα από τα αναμενόμενα.
Ο Μπρετ Κένγουελ της eToro υπενθύμισε ότι οι υψηλές αποδόσεις των τραπεζών είχαν βοηθήσει να σταθεροποιηθεί το κλίμα την περασμένη άνοιξη — και μια παρόμοια εικόνα τώρα θα μπορούσε να αναζωογονήσει την αγορά.
Ο τεχνολογικός κλάδος στα “κόκκινα”
Στον αντίποδα, ο τεχνολογικός κλάδος «λύγισε» υπό το βάρος των ρευστοποιήσεων, με μεγάλα ονόματα όπως η Nvidia και η Amazon να κινούνται καθοδικά, πιέζοντας τον Nasdaq.