Όλο και πιο δύσκολη γίνεται η κατανόηση της κατάστασης της κινεζικής οικονομίας, καθώς το Πεκίνο σταματά τη δημοσίευση εκατοντάδων επίσημων στατιστικών στοιχείων, περιπλέκοντας την εικόνα που έχουν αναλυτές και επενδυτές για τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου.
Τα τελευταία χρόνια έχουν αποσυρθεί από τη δημοσιότητα στοιχεία για τις πωλήσεις γης, τις ξένες επενδύσεις, την ανεργία, ακόμη και για την παραγωγή σάλτσας σόγιας και τις καύσεις νεκρών. Σύμφωνα με ανάλυση της Wall Street Journal, οι κινεζικές αρχές έχουν σταματήσει να δημοσιεύουν εκατοντάδες δείκτες χωρίς να παρέχουν εξηγήσεις, ενώ η απόκρυψη των δεδομένων συμπίπτει χρονικά με την επιβράδυνση της οικονομίας λόγω υπερβολικού χρέους, την κρίση στον τομέα των ακινήτων και τη γενικότερη οικονομική αστάθεια.
Η αξιοπιστία των στοιχείων για την ανάπτυξη της Κίνας αμφισβητείται εδώ και χρόνια. Πολλοί οικονομολόγοι εκτιμούν ότι τα επίσημα ποσοστά ΑΕΠ είναι «φουσκωμένα» κατά 2-3 ποσοστιαίες μονάδες. Ενδεικτικά, ενώ το Πεκίνο ανακοίνωσε ανάπτυξη 5% για το 2024, ανεξάρτητες εκτιμήσεις από οίκους όπως η Rhodium Group και η Goldman Sachs την τοποθετούν μεταξύ 2,4% και 3,7%.
Ελλείψει επίσημων στοιχείων, οι οικονομολόγοι στρέφονται σε εναλλακτικές πηγές: έσοδα κινηματογραφικών αιθουσών, παραγωγή τσιμέντου, κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας και ακόμη και δορυφορικά δεδομένα. Ένας αναλυτής ανέφερε ότι παρακολουθεί ειδήσεις για γυμναστήρια και ινστιτούτα αισθητικής που κλείνουν ξαφνικά και εξαφανίζονται με τις συνδρομές των πελατών, ως ένδειξη συρρίκνωσης στον κλάδο υπηρεσιών.
Το 2023, η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι διακόπτει τη δημοσίευση του ποσοστού ανεργίας των νέων, μετά την αποκάλυψη ότι είχε φτάσει στο 21,3%. Έκτοτε, επανήλθε με νέα μεθοδολογία που απέκλεισε φοιτητές από τον υπολογισμό, ρίχνοντας το ποσοστό τεχνητά στο 14,9% – κάτι που οι οικονομολόγοι χαρακτηρίζουν παραπλανητικό, αφού οι φοιτητές που αναζητούν εργασία θεωρούνται άνεργοι διεθνώς.
Επενδυτική φυγή και απόκρυψη στοιχείων
Το 2024, η ανησυχία για την οικονομία οδήγησε σε εκροές κεφαλαίων από τις κινεζικές αγορές. Μέσα σε δύο εβδομάδες, οι ξένοι επενδυτές πούλησαν μετοχές αξίας άνω των 2 δισ. δολαρίων, γεγονός που προκάλεσε πανικό στους εγχώριους επενδυτές. Τα δύο μεγάλα χρηματιστήρια, σε Σανγκάη και Σενζέν, σταμάτησαν ξαφνικά να δημοσιεύουν σε πραγματικό χρόνο τα στοιχεία εισροών/εκροών ξένων κεφαλαίων, με τη δικαιολογία ότι εναρμονίζονται με τα διεθνή πρότυπα.
Παράλληλα, η κυβέρνηση πέρασε νόμο που περιορίζει την πρόσβαση σε πληροφορίες όπως εταιρικά μητρώα και δορυφορικά δεδομένα, τα οποία πλέον είναι διαθέσιμα μόνο εντός της ηπειρωτικής Κίνας. Ακόμη και οι εγχώριοι πάροχοι, άρχισαν να μπλοκάρουν την πρόσβαση διεθνών χρηστών σε βασικά δεδομένα για τις λιανικές πωλήσεις και τις πωλήσεις οικοπέδων.
Η αγορά ακινήτων, που παρείχε τεράστια έσοδα στις τοπικές κυβερνήσεις μέσω πωλήσεων οικοπέδων, κατέρρευσε το 2021. Έκθεση ανεξάρτητου ινστιτούτου αποκάλυψε υψηλό ποσοστό ακατοίκητων κατοικιών, προκαλώντας σάλο. Λίγες μέρες μετά, η έκθεση αποσύρθηκε και ζητήθηκε συγγνώμη για «λάθη στα δεδομένα». Οι αναλυτές θεωρούν ότι υπήρξε κυβερνητική παρέμβαση. Το 2022, τα έσοδα από πωλήσεις οικοπέδων έπεσαν κατά 48%, στοιχείο που αποσύρθηκε από τις επίσημες ανακοινώσεις στις αρχές του 2023.
Αποσύρθηκαν ακόμα και στατιστικά για… τουαλέτες και σάλτσα σόγιας
Σε ορισμένες περιπτώσεις, η απόσυρση δεδομένων μοιάζει ακατανόητη. Η στατιστική υπηρεσία διέκοψε την παροχή στοιχείων για το μέγεθος των τουαλετών στα δημοτικά σχολεία το 2022 – στοιχείο που επανήλθε μόλις τον Φεβρουάριο. Η παραγωγή σάλτσας σόγιας εξαφανίστηκε από τις στατιστικές τον Μάιο του 2021 και δεν έχει ξαναδημοσιευτεί.
Το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας δίνει απόλυτη προτεραιότητα στη διατήρηση της εικόνας της σταθερότητας. Όμως η απόκρυψη ή αλλοίωση των στατιστικών περιορίζει τη δυνατότητα ουσιαστικής ανάλυσης, ενώ δημιουργεί καχυποψία στις αγορές και τους πολίτες. Στην προσπάθεια να ελέγξει το αφήγημα, το Πεκίνο ρισκάρει να χάσει κάτι πιο πολύτιμο: την αξιοπιστία του.