Σε πλήρη αναμόρφωση του μηχανισμού των συλλογικών συμβάσεων προχωρά το υπουργείο Εργασίας, επιχειρώντας να αυξήσει δραστικά το ποσοστό των εργαζομένων που καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις. Σήμερα καλύπτεται μόλις το 30%, ενώ στόχος είναι να φτάσει το 80%, ευθυγραμμισμένο με την ευρωπαϊκή Οδηγία 2022/2041.
Για τον σκοπό αυτό, καταρτίζεται «οδικός χάρτης» με την υποστήριξη βάσεων δεδομένων για τους μισθούς, την παραγωγικότητα, την ανταγωνιστικότητα και τις συνθήκες απασχόλησης, με στόχο την τεκμηριωμένη χάραξη πολιτικής.
Ενεργοποίηση της ρήτρας εξαίρεσης
Κεντρικό σημείο συζήτησης αποτελεί η ρήτρα εξαιρέσεων του άρθρου 53 του νόμου 4635/2019, που προβλέπει τη δυνατότητα απαλλαγής ορισμένων επιχειρήσεων –όπως εκείνες σε πτώχευση ή εξυγίανση– από την εφαρμογή όρων κλαδικών συμβάσεων. Παρότι η πρόβλεψη υπάρχει εδώ και χρόνια, δεν έχει τεθεί σε εφαρμογή, καθώς απουσιάζει η σχετική υπουργική απόφαση.
Αρση περιορισμών στην επέκταση συμβάσεων
Το δεύτερο και πιο κομβικό ζήτημα είναι η επέκταση των κλαδικών συμβάσεων σε όλες τις επιχειρήσεις ενός κλάδου. Μέχρι σήμερα, ο βασικός φραγμός είναι ο κανόνας ότι η σύμβαση πρέπει να καλύπτει επιχειρήσεις που απασχολούν το 50%+1 των εργαζομένων του κλάδου για να επεκταθεί.
Αυτό το ποσοστό αποτρέπει στην πράξη τη σύναψη πολλών συμβάσεων, αφού δεν συγκεντρώνεται η απαραίτητη αντιπροσωπευτικότητα. Ελάχιστοι κλάδοι, όπως τουρισμός και τραπεζικός τομέας, πληρούν τις προϋποθέσεις.
Το υπουργείο εξετάζει μείωση του ορίου στο 40%, ώστε να καταστεί δυνατή η ευρύτερη επέκταση των συμβάσεων σε ολόκληρους κλάδους.
Παράλληλα, διερευνάται η θέσπιση νέων ειδών συλλογικών συμβάσεων, όπως οι ενδοομιλικές, και η επιστροφή της μετενέργειας – της ισχύος των όρων μιας σύμβασης μετά τη λήξη της – στους έξι μήνες, από τρεις που είναι σήμερα.
Όλες αυτές οι παρεμβάσεις θα ενσωματωθούν στο Εθνικό Σχέδιο Δράσης, το οποίο πρέπει να είναι έτοιμο μέχρι τον Οκτώβριο. Το σχέδιο θα αποτελέσει το βασικό εργαλείο συμμόρφωσης με την ευρωπαϊκή οδηγία και θα διαμορφωθεί με βάση τις προτάσεις των κοινωνικών εταίρων.